τάσσω

From LSJ
Revision as of 19:57, 2 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (13_7_3b)

μήτε δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement until you have heard a speech on both sides

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τάσσω Medium diacritics: τάσσω Low diacritics: τάσσω Capitals: ΤΑΣΣΩ
Transliteration A: tássō Transliteration B: tassō Transliteration C: tasso Beta Code: ta/ssw

English (LSJ)

A.Ag.332, etc.; Att. τάττω Pl.Prt.262e, etc.: fut.

   A τάξω A. Th.285, etc.: aor. ἔταξα Id.Supp.986, etc.: pf. τέτᾰχα X.Oec.4.5, (συν-) Pl.Lg.625c: plpf. ἐτετάχει Plb.5.65.7:—Med., fut. τάξομαι (in pass. sense) LXX Ex.29.43: aor. ἐταξάμην Hdt.3.13, Th.2.83, etc.:— Pass., fut. ταχθήσομαι D.S.11.41, (ἐπι-) Th.1.140, etc.; later τᾰγήσομαι (ἐν-) Orib.8.1, (ὑπο-) 1 Ep.Cor.15.28; 3fut. τετάξομαι E.IT1046, Th.5.71, Ar.Av.637: aor. ἐτάχθην A.Eu.279, etc.; later ἐτάγην [ᾰ] SIG708.9 (Istropolis, ii B.C.), Plu.2.965e, Perict. ap. Stob.4.25.50, etc.: pf. τέταγμαι Pi.O.2.30, etc.; 3pl. τετάχαται Th.3.13, (ἀντι-) X. An.4.8.5: 3pl. plpf. ἐτετάχατο Th.5.6, 7.4:—draw up in order of battle, form, array, marshal, both of troops and ships, τὴν στρατιήν Hdt.1.191; τοὺς ὁπλίτας Th.4.9; νεῶν στῖφος ἐν στίχοις τρισίν A.Pers. 366; πολεμίων στίχας E.Heracl.676; τ. εἰς μάχην στρατιάν X.Cyr.1.6.43: abs., Isoc.18.47:—Pass., to be drawn up, ἐς μάχην Hdt.1.80; οὐδένα κόσμον ταχθέντες Id.9.69; ἐπὶ τεττάρων ταχθῆναι in four lines, X. An.1.2.15; ἐπὶ μιᾶς, of ships, Id.HG1.6.29; ἐπὶ κέρως Eub.67.4; κατὰ μίαν ναῦν τεταγμένοι in line, Th.2.84; ἐπὶ ὀκτώ, of troops, Id.6.67: abs., τεταγμένοι in rank and file, Id.2.81 (so metaph., τὸ ἐν τῷ τεταγμένῳ ὄν the rank and file, opp. Senators and Equites, D.C.49.12); στράτευμα τεταγμένον, opp. ἄτακτον, X.Mem.3.1.7:—Med., fall in, form in order of battle, freq. in Th., 1.48, 4.11, etc.; ὡς ἐς μάχην 2.20; ἐτάξαντο κύκλον τῶν νεῶν formed in a circle, ib.83, cf. 3.78; ἐτάξαντο οὐ πάντες ὁμοίως 5.68; εἴκοσι ναυσὶ ἐτάξαντο 3.77 (but in 2.90 trans., ἐπὶ τεσσάρων ταξάμενοι τὰς ναῦς having drawn up their ships in four lines, cf. E.Heracl.664).    2 post, station, τὰς καμήλους ἀντία τῆς ἵππου Hdt.1.80, cf. E.Ph.749; τινὰς ἐπί τινας one group against another, X.Cyr.2.1.9 (but τ. τινὰ ἐπὶ τοὺς ἱππέας set him over them, to command them, Id.HG3.4.20); ἑαυτὸν ὑμῖν τάξαι παρέσχεν for enrolment, Lys.31.9, cf. Lycurg.43:—Pass., to be posted or stationed, τῇ οὐδεὶς ἐτέτακτο Hdt.1.84, cf.A.Pers.381; ἐς τὸ ὄρος Hdt.7.212; but ἐς τὸ πεζόν or ἐς π. τετάχθαι to serve among the infantry, ib.21,81; ἐς τὸν ναυτικὸν στρατὸν -θέντες ib.203: c. gen., τῆς πρώτης τάξεως (or simply τῆς πρώτης) τεταγμένος Lys.14.11, 16.15: c. acc. cogn., τάξιν τινὰ ταχθῆναι Pl.Phdr.247a, etc.; δεξιὸν τεταγμένους κέρας E.Supp. 657: freq. folld. by Preps. (cf. infr. 11.1, etc.), ταχθῆναι or τετάχθαι ἐπί τινα or τινας against another, Th.3.78, etc.; ἐπί τινι or τισι A.Th. 448, Th.2.70, 3.13, etc.; also, to be posted at a place, ἐφ' ἑπτὰ πύλαις ταχθέντες ἴσοι πρὸς ἴσους S.Ant.142 (anap.); ἐπ' εὐωνύμῳ κέρατι on the left wing, X.Oec.4.19; ἐπὶ τοῦ λαιοῦ κέρως Plb.1.34.4; τ. κατά τινα over against . ., Hdt.8.85, X.An.2.3.19; τ. μετά τινα behind him... Id.HG7.2.4 (so ἐπί τινι Id.Lac.13.7); μετά τινος with him, by his side, Plb.2.67.2, etc., cf. Th.2.63; σύν τινι X.An.3.2.17, etc.; παρὰ τὸν ποταμόν Hdt.9.15; περὶ τὸ Ἥραιον ib.69; ἀμφὶ τὴν Κέον Id.8.76.    II appoint to any service, military or civil, the latter being metaph. from the former, ἄρχοντας X.HG7.1.24; τινὰ ἐπί τινι Id.Cyr.8.6.17, D.17.20, etc.; ἐπὶ τὰς πράξεις Isoc.5.151, cf. Pl.Ly. 209b, etc.; ἀξιῶ σε τάξαι με ἐπί τινος PCair.Zen.447.3 (iii B.C.): also τ. ἑαυτὸν ἐπί τι undertake a task, Pl.R.371c, D.8.71, etc.; πρός τι X. Mem.2.4.6:—Pass., οἱ τεταγμένοι βραβῆς S.El.709, cf. 759; πρέσβεις ταχθέντες D.19.69; τετάχθαι ἐπί τινι to be appointed to a service, Hdt. 1.191, 2.38, A.Pers.298, E.Ion1040, X.Cyr.4.6.1; ἐπί τι Ar.Av.637, X.Cyr.1.4.24, etc.; also ἐπί τινος Hdt.5.109 (ἐπ' οὗ, v.l. ὅκου), D.10.46; τὸν ἐπὶ τῆς σφαγῆς τεταγμένον Plu.Cleom.38, cf. Plb.3.12.5; ὁ πρὸς τοῖς γράμμασι τεταγμένος secretary, Id.15.27.7; οἱ πρὸς ταῖς φυλακαῖς (tolls) τετ. PCair.Zen.31.15 (iii B.C.).    2 c. acc. et inf., appoint or order one to do or be, τάττετ' ἐμὲ ἡγεῖσθαι X.An.3.1.25, cf. Cyr.7.3.1, Hdt.3.25, S.OC639, E.Hec.223, etc.:—Pass., μοῖρα ἡ ταχθεῖσα . . φρουρέειν Hdt.4.133, cf. 8.13, A.Eu.279, 639, etc.; τασσόμενος πορεύεσθαι X.Cyr.4.5.11, etc.; τοῦτο τετάγμεθα (sc. ποιεῖν) E.Alc.49; also τεταγμένος κίοι A.Supp.504; ὁ ἐπ' Αἴγυπτον ταχθείς (sc. κῆρυξ) ordered to Egypt, Hdt.3.62, cf. 68, 6.48.    3 also τ. τινί c. inf., Id.2.124, X.Cyr.1.5.5, etc.: impers., ἴωμεν... ἵν' ἡμῖν τέτακται (sc. ἰέναι) S.Ph.1181 (lyr.); οἷς ἐτέτακτο παραβοηθεῖν Th.3.22; τοῖς δὲ ἕπεσθαι τέτακται X.Lac.11.6: also with inf. omitted, κόσμον φυλάσσουσ' ὅντιν' ἂν τάξῃ πόλις (sc. φυλάσσειν) E.Supp.245, cf. 460, Hel. 1390, etc.    4 assign to a duty or class of dutiful persons, ἐν πᾶσιν ἐμαυτὸν ἔταττον D.18.221; εἰς ὑπηρετικὴν αὑτοὺς τ. Pl.Plt.289e; πρός τινας τάξαι αὑτόν Din.3.18; σὺν ἐμοὶ τ. σεαυτήν D.H.8.47; τ. ἐμαυτὸν εἰς τάξιν τινά X.Mem.2.8; τινὰς εἰς τοὺς ἀρχικούς ib.7; εἰς τὴν δουλείαν ἐμαυτόν ib.11; τ. ἑαυτόν τινων εἶναι range oneself with... D. 19.302:—Pass., πρὸς τὴν ξυμμαχίαν ταχθῆναι to join it, Th.3.86.    III c. acc. rei, place in a certain order or relative position, χωρὶς ἑκάτερα τ. Hdt.7.36; τίνα μέσον τάξω λόγον; E.El.908; πρῶτον καὶ τελευταῖον τὸ κάλλιστον τ. X.Mem.3.1.9; τὰ τυφλὰ τοῦ σώματος καὶ ἄοπλα ἐναντία τάττειν τοῖς πολεμίοις Id.Cyr.3.3.45; τοὺς πόδας [τοῦ ἐμβρύου] κατ' εὐθὺ τοῦ στομίου τῆς ὑστέρας τάσσειν Sor.2.60; μὴ κατὰ ἄνεμον τῶν οἰκημάτων τάττειν τὴν ἅλω Gp.2.26.1; τάξας. . ἀπὸ μὲν δύσεως μίαν θυρίδα φωτὸς ἕνεκεν ib.14.6.6; [κηρίας] τὴν μεσότητα τάσσειν ὑπὸ τὸ γένειον PMed.Lond.155ii 29, cf. Sor.Fasc.25. al.; εἰς ταὐτὸ τ. τὴν εὐτυχίαν τῇ εὐδαιμονίᾳ Arist.EN1099b7; Λυδοὺς . . πρὸς ἅπαντας range over against, Pl.Plt.262e; τὴν σοφιστικὴν περὶ τὸ μὴ ὂν ἔταξεν Arist.Metaph.1026b15, cf. Top.125b21; c. inf., [Ὅμηρον] ἐν τοῖς . . σοφωτάτοις εἶναι τάττομεν Aeschin.1.142; οὐκ εὐλόγως τὸ τοιοῦτον σημεῖον ἐν τοῖς φρενιτικοῖς τάττει Gal.16.521, cf. 18(2).238; τ. τι ἐπί τινος apply a term to a certain sense, Ath.1.21a:—Pass., τετάχθαι κατά τινος D.H.2.48; ἔμπροσθεν τ. τινός Pl.Lg.631d, cf. X. Mem.3.1.7, etc.    b with an inf. and Adj., lay down, rule to be so and so, ἅπερ ἂν . . αἰσχρὰ εἶναι καὶ κακὰ τάττῃ Pl.Lg.728a; τά τε δίκαια ταχθέντ' εἶναι καὶ ἄδικα Id.Plt.305b.    2 ordain, prescribe, τ. τὰ περὶ τὰ τέκνα Arist.Pol.1262b6: abs., ὁ νόμος οὕτω τ. Pl.La.199a; οὕτω τ. ὁ λόγος Arist.EN1119b17:—Pass., τὸ ταττόμενον Ar.Ec.766; τὸ ταχθὲν τελεῖν S.Aj.528; τὰ τεταγμένα X.Cyr.1.2.5, etc.; τὰ τετ. ἄγειν the things appointed to them for conveying, ib.8.5.4; τῆς τροφῆς ἡ βελτίστη τέτακται τοῖς ἐλευθέροις Arist.GA744b18; ἐν τῷ τεταγμένῳ εἶναι to be fulfilling one's obligations, IG12.57.47, 22.116.48, X. Cyr.6.2.37.    3 of taxes or payments, assess, τὸν φόρον ταῖς πόλεσι And.4.11, cf. Aeschin.2.23, D.23.209; ταῖσδε ἔταξαν οἱ τάκται IG12.218.45; so τ. τῷ ναύτῃ δραχμήν X.HG1.5.4: with inf. added, χρήματα τοῖς πᾶσι τάξαντες φέρειν Th.1.19, etc. (Pass., φόρον ἐτάχθησαν φέρειν Hdt.3.97); τάσσειν ἀργυρίου πολλοῦ fix a high price, Th.4.26:—Pass., τὸ ταχθὲν τίμημα Pl.R.551b; εἰσφέρειν τὸ τεταγμένον Arist.Pol.1272a14:—Med., take a payment on oneself, i.e. agree to pay it, φόρον τάξασθαι Hdt.3.13, 4.35; χρήματα ἀποδοῦναι ταξάμενοι Th.1.101; χρήματα ταξάμενοι κατὰ χρόνους ἀποδοῦναι agreeing to pay by instalments, ib.117, cf. 3.70; πόλεις αὐταὶ ταξάμεναι IG12.212.72, cf. 211 vi 6; also τάξασθαι ἐς τὴν δωρεήν Hdt.3.97 (but also, much like Act., ἐτάξατο φόρους οἱ προσιέναι ib.89).    b Med., generally, agree upon, settle, ταξαμένους . . δέχεσθαι μισθὸν τῆς φυλακῆς Pl.R.416e; τὰς τιμάς Id.Lg.743e, cf. 844b, 844c, al.; τέταγμαι ποιμέσιν, οἵ μοι δώσουσιν τιμήν PMich.Zen.56.19 (iii B.C.); votum expld. as εὐχή, ὃ τάττεταί τις θεῷ, Gloss.: c. inf. fut., PEnteux.54.5(iii B.C.), Plb.18.7.7, al.    c Med., pay, τῆς δὲ τιμῆς τάξονται παραχρῆμα τὸ δ μέρος, τὸ δὲ λοιπὸν ἐν ἔτεσι γ PEleph.14.18 (iii B.C.), cf. PEnteux. 60.9, 89.7, PMich.Zen.79.9, PCair.Zen.649.16 (all iii B.C.), PAmh. 2.31.1, 52.1, Ostr.Bodl.i 46,96, al., PLond.3.1201.1, 1202.1 (all ii B.C.).    4 impose punishments, τ. δίκην Ar.V.1420, etc.; τ. ζημίας, τιμωρίας, Pl.Lg.876c, D.20.143; τῷ κλέψαντι θάνατον Lycurg.65:— also in Med., Hdt.2.65.    b impose laws, οὓς [νόμους] ἔταξε αὐτοῖς ὁ νομοθέτης Pl.Lg.772c.    5 in pf. part. Pass., fixed, settled, prescribed, ὁ τεταγμένος χρόνος (like τακτός) Hdt.2.41, etc.; ὥρα E.Ba. 723; ἡμέρα X.Cyr.1.2.4; ἔτη Pl.Lg.810b; ἡ τετ. χώρα X.Cyr.5.3.40; αἱ τετ. θυσίαι the regular offerings, Id.HG3.3.4; οἱ ἐπὶ τούτῳ τετ. [νόμοι] Pl.Cri.50d; ἡ τετ. δίαιτα prescribed, Id.R.404a; τὰ τετ. ὀνόματα received, Isoc.9.9; τετ. τέχνη regular, Id.13.12; τεταγμένον, opp. ἄτακτον, Arist.Cael.280a8; νὺξ τὰ τεταγμέν' ἀπέχει Lyr.Alex. Adesp. 37.6; of geom. figures, regular, i.e. equilateral and equiangular, Papp.306.2, 8, al.--cf. τεταγμένως.

German (Pape)

[Seite 1072] att. -ττω, aor. pass. ἐτάχθην, seltener ἐτάγην, Eur. fr. inc. 95 u. Perictyone in Stob. fl. 79, 50, – 1) ordnen, stellen, in Ordnung stellen; bes. – a) Soldaten in Reih u. Glied, in Schlachtordnung stellen; ἀντηρέτας εἰς ἑπτατειχεῖς ἐξόδους τάξω μολών, Aesch. Spt. 266; τάξαι νεῶν στίφος μὲν ἐν στίχοις τρισίν, Pers. 358; πολεμίων στίχας, Eur. Heracl. 676; οὐδένα κόσμον ταχθέντες, in keine Ordnung gestellt, Her. 9, 69; εἰς μάχην στρατιάν, Xen. Cyr. 1, 6, 43; νῆες ἐφ' ἡμῖν τετάχαται, Thuc. 3, 13, vgl. προσέπιπτον ταῖς ἐφ' ἑαυτοὺς τεταγμέναις, 3, 78; ἐτετάχατο, 5, 6. 7, 4; Λυδοὺς πρὸς ἅπαντα τάττων, Plat. Polit. 262 e; u. med. sich ordnen, stellen, οἱ Πελοποννήσιοι εἴκοσι ναυσὶ πρὸς τοὺς Κερκυραίους ἐτάξαντο, Thuc. 3, 77; ἐπὶ τεσσάρων ταξάμενοι τὰς ναῦς, 2, 90, u. öfter. – b) überh. auf einen bestimmten Platz, Posten stellen; καὶ ταξιάρχας καὶ στρατάρχας ἔταξα, Aesch. frg. 168; οἱ τεταγμένοι βραβῆς, Soph. El. 699, vgl. 749; τάττειν τινὰ ἐπί τι, Einen wozu anstellen, wozu beordern, ἡμεῖς ἐφ' ᾡ τετάγμεθ' ἐκπονήσομεν, Eur. Ion 1040, wie Plat. Rep. I, 345 d; σὲ ἐπὶ τοῦτο τάττουσιν, Lys. 209 b; auch ἐπί τινος, Her. 5, 109, ihn wozu bestimmen; vgl. Dem. τὴν τάξιν, ἐφ' ἧς ὑμῖν τετάχθαι προσῆκεν ἕτερος, 10, 47; τεταγμένος ἐπὶ τῶν πραγμάτων, Pol. 3, 12, 5; ἐπὶ τῆς πόλεως, 1, 45, 1; ἐφ' ἡγεμονίας, 2, 67, 5; – τάττειν ἑαυτὸν ἐπί τι od. πρός τι, sich wozu stellen, an einen bestimmten Ort begeben, bes. freiwillig übernehmen Etwas auszuführen; ἀλλ' ὅσα μὲν δεῖ ῥώμῃ πράττειν, ἐπὶ ταῦτα τεταξόμεθ' ἡμεῖς, Ar. Av. 636; οὐδ' ἐφ' ἑνὶ τούτων πώποτ' ἐμαυτὸν ἔταξα, Dem. 8, 71; – τάττεσθαι ἐπί τινι, worüber gesetzt sein, es zu verwalten haben, ὁ τεταγμένος ἐπὶ τοῖς νόμοις, Plat. Legg. IV, 719 e; ἡ ἐπὶ τῷ σκληρῷ τεταγμένη αἴσθησις, Rep. VII, 524 a; τοὺς ἐπὶ τούτοις τεταγμένους ἄρχοντας, Legg. XII, 952 e. – c) übertr., in eine Klasse setzen, wozu zählen, rechnen, ἐπί τι; auch τὸν Ὅμηρον ἐν τοῖς σοφωτάτοις τῶν ποιητῶν εἶναι τάττομεν, Aesch. 1, 142; τῆς πρώτης τεταγμένος, Lys. 16, 15; ὅσοι εἰς ὑπηρετικὴν ἑκόντες αὑτοὺς τάττουσι, Plat. Polit. 289 e, vgl. Apol. 28 d; τὴν σοφίαν ποῦ χοροῦ τάξομεν, Euthyd. 279 c; Folgde; vgl. ἑαυτὸν τάξας τῶν ἀπιστούντων εἶναι Φιλίππῳ, er stellte sich als Einer, der dem Philipp mißtraute, Dem. 19, 302. – 2) verordnen, verfügen, bestimmen, befehlen; mit accus. c. inf., Her. 3, 25; φωνεῖν ἐτάχθην πρὸς σοφοῦ διδασκάλου, Aesch. Eum. 269; ὅςπερ τέτακται τήνδε κυρῶσαι δίκην, 609; σέ νιν τάξω φυλάσσειν, Soph. G. C. 645; ταχθεὶς τόδ' ἔρδειν, Phil. 6; O. C. 855; τὸ ταχθὲν τελεῖν, das Befohlene, Ai. 524; ἡμᾶς πομποὺς κόρης τάσσουσιν εἶναι, Eur. Hec. 223; auch μέτρ' ἀνθρώποισι καὶ μέρη σταθμῶν ἰσότης ἔταξε, Phoen. 545; κόσμον ὅντιν' ἂν τάξῃ πόλις, Suppl. 245; μισθόν, Rhes. 165; – auch ἑκάστῳ ἔταξαν δέκα προσελἑσθαι, Xen. Cyr. 1, 5, 5; daher οἷς ἐτέτακτο παραβοηθεῖν, Thuc. 3, 22; ὁ νόμος οὕτω τάττει, Plat. Lach. 199 a; ὅσαπερ ἂν νομοθέτης αἰσχρὰ εἶναι καὶ κακὰ τάττῃ, Legg. V, 728 a; τάξαντες τὰς ἑορτάς, VII, 799 b; αὕτη ἡ ὁίκη αὐτοῖς ὑπὸ τῶν δικαστῶν ἐτάχθη, Phaed. 114 b; μεγάλας τάττουσιν οἱ νόμοι τιμωρίας, Dem. 18, 12, u. öfter; τὰ τεταγμένα ποιεῖν, Xen. Cyr. 1, 2, 5 u. öfter; bes. τινὶ φόρον, Jem. eine bestimmte Abgabe auflegen, Dem. 23, 209 u. Aesch. 2, 23; τάξας ἔτειον δασμὸν εἰς δόμους φέρειν, Eur. Rhes. 435; χρήματα τοῖς πᾶσι τάξαντες φέρειν, Thuc. 1, 19; Isocr. 4, 120; φόρον φέρειν ταχθῆναι, Her. 3, 97, mit einer Abgabe belegt werden; u. med., φόρον τάξασθαι, sich selbst eine Abgabe auflegen, sich zu einer Abgabe verstehen u. sie entrichten, 3, 13. 4, 165; τάξασθαι εἰς δωρεήν, sich zu einem Geschenke verpflichten, 3, 97; ἐτάξατο φόρους οἱ προσιέναι κατὰ ἔθνεα, er setzte fest, ordnete an, 3, 89; τάξασθαι ζημίαν, eine Strafe auflegen, um sie für sich einzutreiben, 2, 65; χρήματα ὅσα ἔδει ἀποδοῦναι αὐτίκα ταξάμενοι, Thuc. 1, 101, vgl. 117. – Med. auch = mit einem Andern für sich Etwas festsetzen, sich mit ihm abfinden, bes. sich über einen Zahlungstermin zur Abtragung einer Schuld verabreden, ταξάμενος ἀποδίδωμι, ich zahle in festgesetzten Terminen ab, Thuc. 3, 70, vgl. 1, 117; χρόνῳ τεταγμένῳ, in festgesetzter Zeit, Aesch. Eum. 906; Her. 2, 41, oft; ἐν τοῖς τεταγμένοις ἔτεσιν, Plat. Legg. VII, 810 b, wie τεταγμένους τοῦ βίου χρόνους, Tim. 89 b; ταξάμενοι πλῆθος χρημάτων, Rep. VIII, 551 b; μισθὸν τῆς φυλακῆς, III, 416 d; Men. 91 b; vgl. τάσσειν ναύτῃ δραχμήν, Xen. Hell. 1, 5, 4.