ἔμφασις

From LSJ
Revision as of 19:44, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_2)

Δόλιον γὰρ ἄνδρα φεῦγε παρ' ὅλον τὸν βίον → Dum vivis, insidiosos curriculo fuge → Den Hinterhältigen fliehe, dein ganzes Leben lang

Menander, Monostichoi, 131
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔμφᾰσις Medium diacritics: ἔμφασις Low diacritics: έμφασις Capitals: ΕΜΦΑΣΙΣ
Transliteration A: émphasis Transliteration B: emphasis Transliteration C: emfasis Beta Code: e)/mfasis

English (LSJ)

εως, ἡ, (ἐμφαίνομαι)

   A appearing in a smooth surface, reflection, as in a mirror or in water, Arist.Mete.373b24, 377b17; κατ' ἔμφασιν by reflection, Id.Mu.395a29; ἔμφασιν ποιεῖν Thphr.Lap.30; ἀμυδραὶ ἐ. τῆς ἀληθείας faint reflections or images, Plu.2.354c: generally, ἔ. προσώπου (in the moon) Epicur.Ep.2p.41U., Stoic.2.198, cf. Plot.4.3.18; τοῦ ὄντος Dam.Pr.69; τῶν πρώτων ἐν τοῖς ἐσχάτοις Procl.in Alc.p.69C.; στερεοῦ πρώτη ἔ. ἐν τῇ τετράδι εὑρίσκεται Hierocl in CA 20p.465M.    2 outward appearance, impression, presentation, τὰς ἔ. κρίνειν Arist.Div.Somn.464b12; φαντασιῶν Stoic. 2.24 (pl.); κατὰ τὴν ἔ. Plb.5.63.2; ποιεῖν ἔμφασίν τινος give the appearance of. ., suggest, Chrysipp.Stoic.2.257; ποιεῖν ἔ. ὡς . . make as if... Plb.5.110.6; ποιεῖν, c. fut. inf., Str.8.3.30; ἔ. λαβεῖν τινος Phld.Ir. p.95 W., al.; ἔ. ἔχειν τινός D.H.Th.16; ἔ. ἔχειν ὡς . . D.S.11.89; ἔ. γίγνεταί τινος Id.1.38; of taste, ἔ. ἁλυκότητος Dsc.5.87.    II (ἐμφαίνω) setting forth, exposition, narration, Plb.6.5.3, etc.; ποιεῖν ἐμφάσεις κατά τινος to make statements against, Id.28.4.8; συμβόλων -σεις explanations, Iamb.VP23.103.    III meaning, significance, Agatharch.21, Corn.ND15; esp. in Rhet., significance, emphasis, Quint.8.3.83, 9.2.3, Trypho Trop.p.199S., Tib.Fig.14: coupled with δείνωσις, Demetr.Eloc.130.    2 suggestion, hint,ib.57,171.    IV moral of a fable, Babr.116.15.

German (Pape)

[Seite 819] ἡ, 1) das sich auf etwas Zeigen, z. B. Abspiegelung; Arist. mund. 4 vom Regenbogen, φάντασμα κατ' ἔμφασιν, ἔμφασις ἡλίο υ ἐν νέφει νοτερῷ; vom Spiegelbilde im Wasser, Probl. 23, 9 u. öfter Theophr.; λόγοι ἀμυδρὰς ἐμφάσεις τῆς ἀληθείας ἔχοντες, ein schwaches Abbild, Plut. Is. et Os. 9; dah. Schein, οὔτε ψῦχος οὔθ' ὅλως χειμῶνος ἔμφ. D. Sic. 1, 38; ἔμφασιν ἔχειν ὡς, den Schein haben, als ob, 11, 89; κατὰ τὴν ἔμφασιν, dem Anschein nach, Pol. 37, 2; ἔμφασιν ποιεῖν, ὡς, den Schein annehmen, 5, 110, 6. – 2) Andeutung, Verdeutlichung; ἡ καθολικὴ ἔμφ., entgegengesetzt dem κατὰ μέρος λόγος, Pol. 6, 5, 3; τ οῦ πράγματος λαβεῖν, verstehen, 24, 5, 10 u. öfter; ἐμφ. ποιεῖν 26, 10, 5; vgl. Plut. Aler. 1. – 3) Bei den Rhetoren = Nachdruck der Rede, bes. Kraft eines Ausdruckes, der mehr bedeutet, als er auszusprechen scheint, Schol.

Greek (Liddell-Scott)

ἔμφασις: -εως, ἡ, (ἐμφαίνομαι) τὸ ἐμφαίνεσθαι ἐν λείᾳ τινὶ ἐπιφανείᾳ, ἀνταύγεια οἵα ἐν κατόπτρῳ ἢ ὕδατι, Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 4, 6., 3. 6, 4 κ. ἀλλ., Προβλ. 23. 9· ἔμφασιν ποιεῖν Θεοφρ. περὶ Λίθ. 30· ἀμυδραὶ ἐμφάσεις τῆς ἀληθείας, ἀσαφεῖς ἀντανακλάσεις ἢ εἰκόνες, Πλούτ. 2. 354C. 2) ἐξωτερικὴ ὄψις, τὸ ἐξωτερικὸν φαινόμενον, λαμπρότητος Ἀριστ. π. Κόσμ. 4, 22· ἐμφάσεις ὀνείρων ὁ αὐτ. π. Μαντ. ἐν Ὕπνοις 2. 13· κατ’ ἔμφασιν, κατὰ τὸ φαινόμενον, ἐν ἀντιθ. πρὸς τὸ καθ’ ὑπόστασιν (πράγματι) ὁ αὐτὸς π. Κόσμ. 4, 21· κατὰ τὴν ἔμφασιν Πολύβ. 5. 63, 2· ποιοῦσαν ἔμφασιν, μετὰ γεν., δεικνύουσαν τάχα, προσποιουμένην, Πλούτ. 2. 63F· ἀλλ’, ἔμφασιν ἐποίει ὡς προστάττων τι, ἐφαίνετο ὡς νὰ προσέταττέ τι, Πίναξ Κέβ. 14· ποιῶν ἔμφασιν ὡς ἐπί τινας.., ἐπεστροφὼς.., Πολύβ. 5. 110, 6· ἔμφ. ἔχειν τινὸς Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 16· ἔμφ. ἔχειν ὡς... Διόδ. 11. 89· ἔμφ. γίγνεταί τινος ὁ αὐτὸς 1. 38. ΙΙ. (ἐμφαίνω) δήλωσις, διήγησις, Πολύβ. 6. 5, 3, κτλ.· ποιεῖν ἐμφάσεις κατά τινος ὁ αὐτὸς 28. 4, 8. ΙΙΙ. παρὰ ῥήτορσι, δύναμις τοῦ λόγου, δύναμις ἐκφράσεως, ἥτις ἔχει πλείονα ἰσχὺν ἢ ἡ διὰ τῶν λέξεων ἐκφραζομένη ἔννοια, Ἰαμβλ. Βίος Πυθ. 103, 161, κ. ἀλλ.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
I. 1 réflexion (dans l’eau ou dans un miroir), image, reflet;
2 extérieur (d’une pers. ou d’une chose);
3 apparence;
II. action de faire voir clairement, démonstration, explication, récit ; particul. morale d’une fable.
Étymologie: ἐμφαίνω.