θέρμιον

From LSJ
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θέρμιον Medium diacritics: θέρμιον Low diacritics: θέρμιον Capitals: ΘΕΡΜΙΟΝ
Transliteration A: thérmion Transliteration B: thermion Transliteration C: thermion Beta Code: qe/rmion

English (LSJ)

τό, Dim. of θέρμος, Stud.Pal.22.75.11 (iii A.D.), Glossaria, condemned by Thom.Mag.p.183 R.

Greek (Liddell-Scott)

θέρμιον: τό, ὑποκορ. τοῦ θέρμος, Διοσκ. π. Εὐπορίστ. 2. 67.

Greek Monolingual

θέρμιον, τὸ (ΑΜ)
μσν.
είδος νόσου, άφτρα
αρχ.
μικρό λούπινο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. του θέρμος].