θερμοκύαμος

From LSJ

τὰν ἐπὶ τᾶς → Either with this or on this | Come back victorious or dead

Plutarch, Moralia, 241
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θερμοκύᾰμος Medium diacritics: θερμοκύαμος Low diacritics: θερμοκύαμος Capitals: ΘΕΡΜΟΚΥΑΜΟΣ
Transliteration A: thermokýamos Transliteration B: thermokyamos Transliteration C: thermokyamos Beta Code: qermoku/amos

English (LSJ)

[ῠ], ἡ, a leguminous plant, of a kind between the θέρμος and the κύαμος, Diph.87.

German (Pape)

[Seite 1201] ὁ, Diphil. Ath. II, 55 e, Hülsenfrucht (von θέρμος u. κύαμος).

Greek (Liddell-Scott)

θερμοκύᾰμος: ἡ, εἶδος ὀσπρίου μεταξὺ τοῦ θερμοῦ καὶ τοῦ κυάμου, Δίφιλ. ἐν Ἀδήλ. 2, Ἀθήν. 55Ε.

Greek Monolingual

θερμοκύαμος, ἡ (Α)
είδος οσπρίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θέρμος «λούπινο» + κύαμος «κουκί»].