καταῦθι

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταῦθι Medium diacritics: καταῦθι Low diacritics: καταύθι Capitals: ΚΑΤΑΥΘΙ
Transliteration A: kataûthi Transliteration B: katauthi Transliteration C: kataythi Beta Code: katau=qi

English (LSJ)

Adv. again, once more, A.R.1.1079, 2.528; in Od.10.567, 21.55 κατ' belongs to the Verb.

German (Pape)

[Seite 1387] richtiger getrennt κατ' αὖθι, Od. 10, 567. 21, 55 u. öfter.

French (Bailly abrégé)

ou mieux κατ' αὖθι;
là-même.
Étymologie: κατά, αὖθι.

Russian (Dvoretsky)

καταῦθι: чаще κατ᾽ αὖθι там же Hom.

Greek (Liddell-Scott)

καταῦθι: ἐσφ. ἀντὶ τοῦ κατ᾿ αὖθι (ἡ δὲ κατ᾿ ἀνήκει εἰς τὸ ῥῆμα, ὅπερ ἢ προηγεῖται ἢ ἕπεται), Ὀδ. Κ. 567., Φ. 55· πρβλ. καὶ καταυτόθι.

English (Autenrieth)

see αὖθι and αὐτόθι.

Greek Monolingual

καταῡθι (Α)
επίρρ. και πάλι, άλλη μια φορά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + αὖθι(ς) «αμέσως»].