κεγχραλέτης

From LSJ

τί γὰρ καλὸν ζῆν βίοτον, ὃς λύπας φέρει → for what good is there to live a life that brings pain

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεγχρᾰλέτης Medium diacritics: κεγχραλέτης Low diacritics: κεγχραλέτης Capitals: ΚΕΓΧΡΑΛΕΤΗΣ
Transliteration A: kenchralétēs Transliteration B: kenchraletēs Transliteration C: kegchraletis Beta Code: kegxrale/ths

English (LSJ)

κεγχραλέτου, ὁ, (ἀλέω) grinding millet, gloss on πασπαλέτης, Gal.19.128.

German (Pape)

[Seite 1410] ὁ, Hirse mahlend, Galen.

Greek (Liddell-Scott)

κεγχρᾰλέτης: -ου, ὁ, (ἀλέω) ὁ ἀλέθων κέγχρον, Γαλην.

Greek Monolingual

κεγχραλέτης, ὁ (Α)
αυτός που αλέθει κεχρί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κέγχρος, ο + άλέτης «αλεστής» (< ἀλῶ «αλέθω»)].