κραμβίς

From LSJ

νίψον ἀνομήματα, μὴ μόναν ὄψιν → wash the sins, not only the face | wash my transgressions, not only my face

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κραμβίς Medium diacritics: κραμβίς Low diacritics: κραμβίς Capitals: ΚΡΑΜΒΙΣ
Transliteration A: krambís Transliteration B: krambis Transliteration C: kramvis Beta Code: krambi/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, cabbage-caterpillar, Ael.NA9.39.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
chenille du chou, insecte.
Étymologie: κράμβη.

Greek (Liddell-Scott)

κραμβίς: -ίδος, ἡ, κάμπη τῆς κράμβης, Αἰλ. π. Ζ. 9. 39.

Greek Monolingual

κραμβίς, -ίδος, ἡ (Α)
η κάμπια της κράμβης («τίκτεται καὶ ἐν τῆ κράμβη σκωλήκων γένος... καλεῖται γοῦν κραμβίς», Αιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κράμβη + κατάλ. -ις (πρβλ. στρατηγίς, φοινικίς)].

German (Pape)

ίδος, ἡ, Kohlschmetterling, Kohlraupe, Ael. H.A. 9.39.