ξεροκαμπία
From LSJ
Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is a performance, you came, you saw, you departed
Greek Monolingual
και ξηροκαμπία, η ξερόκαμπος
άνυδρη και άφορη πεδινή έκταση, ξερός κάμπος
2. φρ. ειρων. «δήμαρχος πάσης ξεροκαμπίας (ή ξηροκαμπίας)» — τίτλος ή αξίωμα χωρίς καμία σημασία.