παρατροπέω

From LSJ

Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut

Menander, Monostichoi, 234
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρατροπέω Medium diacritics: παρατροπέω Low diacritics: παρατροπέω Capitals: ΠΑΡΑΤΡΟΠΕΩ
Transliteration A: paratropéō Transliteration B: paratropeō Transliteration C: paratropeo Beta Code: paratrope/w

English (LSJ)

= παρατρέπω, τί με ταῦτα παρατροπέων ἀγορεύεις; why tell me this, trying to lead me astray, to mislead me? Od.4.4.65, cf. A.R.3.946.

German (Pape)

[Seite 504] = παρατρέπω; οἶσθα γέρων, τί με ταῦτα παρατροπέων ἐρεείνεις; Od. 4, 465, von dem Rechten abwendend, täuschend, Hesych. erkl. παραλογιζόμενος. Bei Ap. Rh. 3, 946, λίσσεό μιν πυκινοῖσι παρατροπέων ἐπέεσσιν, = abwendend, wie παραπείθων.

French (Bailly abrégé)

seul. part. prés.
chercher à tromper par des discours.
Étymologie: παράτροπος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παρατροπέω [παρατροπή] misleiden.

Russian (Dvoretsky)

παρατροπέω: (= παρατρέπω
6 сбивать с пути, т. е. обманывать (τινα Hom.).

English (Autenrieth)

(=παρατρεπω) met., mislead, Od. 4.465†.

Greek Monotonic

παρατροπέω: = παρατρέπω, τί με ταῦτα παρατροπέων ἀγορεύεις; γιατί μου το λες αυτό, προσπαθώντας να με παραπλανήσεις, σε Ομήρ. Οδ.

Greek (Liddell-Scott)

παρατροπέω: παρατρέπω, τί με ταῦτα παρατροπέων ἀγορεύεις; Ὀδ. Δ. 465, πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 946, Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 16. 29.

Middle Liddell

= παρατρέπω
τί με ταῦτα παρατροπέων ἀγορεύεις; why tell me this, leading me astray? Od.