προσθίδιος

From LSJ

Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn

Menander, Monostichoi, 524
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσθίδιος Medium diacritics: προσθίδιος Low diacritics: προσθίδιος Capitals: ΠΡΟΣΘΙΔΙΟΣ
Transliteration A: prosthídios Transliteration B: prosthidios Transliteration C: prosthidios Beta Code: prosqi/dios

English (LSJ)

α, ον, poet. for πρόσθιος, Nonn. D. 1.316.

German (Pape)

[Seite 766] poet. = πρόσθιος, Nonn. D. 1, 316.

Greek (Liddell-Scott)

προσθίδιος: -α, -ον, ποιητ. ἀντὶ τοῦ ἑπομ., Νόνν. Δ. 1. 316· καὶ πόδα προσθίδιον νότιόν τε θοοῖο λαγωοῦ Ποιητ. παρὰ Φαβρικ. 4. 105 ἔκδ. Harles.

Greek Monolingual

και προστίζιος, -ον, Α
(ποιητ. τ.) πρόσθιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόσθεν + κατάλ. -ίδιος (πρβλ. οπισθίδιος)].