προσλιμενίζομαι

From LSJ

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσλῐμενίζομαι Medium diacritics: προσλιμενίζομαι Low diacritics: προσλιμενίζομαι Capitals: ΠΡΟΣΛΙΜΕΝΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: proslimenízomai Transliteration B: proslimenizomai Transliteration C: proslimenizomai Beta Code: proslimeni/zomai

English (LSJ)

Pass., run into harbour, Sch.rec.A.Pers.70.

Greek (Liddell-Scott)

προσλῐμενίζομαι: καὶ -εύομαι, Παθ., προσορμίζομαι, εἰσέρχομαι εἰς λιμένα, Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Πέρσ. 70, Ἐκκλ.

Greek Monolingual

ΝΑ
εισέρχομαι και αγκυροβολώ σε λιμάνι, προσορμίζομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + λιμήν, -ένος].