στρατόμαντις
Μεγάλοι δὲ λόγοι μεγάλας πληγὰς τῶν ὑπεραύχων ἀποτίσαντες γήρᾳ τὸ φρονεῖν ἐδίδαξαν → The great words of the arrogant pay the penalty by suffering great blows, and teach one to reason in old age
English (LSJ)
-εως, ὁ, prophet to the army, A.Ag.122 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 952] εως, ὁ, Wahrsager des Heeres, Aesch. Ag. 121.
French (Bailly abrégé)
εως (ὁ) :
devin de l'armée.
Étymologie: στρατός, μάντις.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
στρατόμαντις -εως, ὁ [στρατός, μάντις] legerwaarzegger, ziener van het leger.
Russian (Dvoretsky)
στρᾰτόμαντις: εως ὁ войсковой прорицатель Aesch.
Greek (Liddell-Scott)
στρᾰτόμαντις: -εως, ὁ, μάντις στρατοῦ, Αἰσχύλ. Ἀγ. 122. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.
Greek Monolingual
-άντεως, ὁ, Α
μάντης στην υπηρεσία του στρατού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρατός + μάντις.
Greek Monotonic
στρᾰτόμαντις: -εως, ὁ, μάντης που ακολουθεί το στράτευμα και προφητεύει την έκβαση της μάχης, σε Αισχύλ.