συνεισδίδωμι

From LSJ

ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει → take up thy bed and walk, take up your bed and walk, pick up your mat and walk

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεισδῐ́δωμι Medium diacritics: συνεισδίδωμι Low diacritics: συνεισδίδωμι Capitals: ΣΥΝΕΙΣΔΙΔΩΜΙ
Transliteration A: syneisdídōmi Transliteration B: syneisdidōmi Transliteration C: syneisdidomi Beta Code: suneisdi/dwmi

English (LSJ)

submit to a court together with another, μοι συγχώρησιν Mitteis Chr.31 ii 11 (ii B.C.).

Greek Monolingual

Α
1. επιτρέπω, παραχωρώ κάτι μαζί με κάτι άλλο
2. επιδίδω συγχρόνως στον δικαστή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + εἰσδίδωμι «προτείνω, πληροφορώ, ειδοποιώ»].