συστρογγύλλω

From LSJ

μηδέν' ὀλβίζειν, πρὶν ἂν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ μηδὲν ἀλγεινὸν παθών → Count no man blessed 'til he's passed the endpoint of his life without grievous suffering. (Sophocles, King Oedipus 1529f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συστρογγύλλω Medium diacritics: συστρογγύλλω Low diacritics: συστρογγύλλω Capitals: ΣΥΣΤΡΟΓΓΥΛΛΩ
Transliteration A: systrongýllō Transliteration B: systrongyllō Transliteration C: systroggyllo Beta Code: sustroggu/llw

English (LSJ)

roll up into a ball, οὐσίαν συνεστρόγγῡλεν played at ball with it, i.e. squandered it (made ducks and drakes of it is our phrase), Alex.246.4; οὐσίδιον.. συνεστρόγγῡλα κἀξεκόκκισα (συνεστρογγύλικα codd.Ath.) Nicom.Com.3.

German (Pape)

[Seite 1045] zurunden, zusammenrunden, ganz rund machen, τὴν οὐσίαν, das Vermögen abrunden, d. h. es verzehren, Alexis bei Ath. IV, 165 d.

Greek Monolingual

Α
1. καθιστώ κάτι εντελώς στρογγυλό
2. μτφ. (σχετικά με περιουσία) δαπανώντας ελαττώνω, περικόπτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + στρογγύλλω «κάνω κάτι στρογγυλό» (< στρογγυλός)].