τεκνοφόνος

From LSJ

Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist

Menander, Monostichoi, 257
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεκνοφόνος Medium diacritics: τεκνοφόνος Low diacritics: τεκνοφόνος Capitals: ΤΕΚΝΟΦΟΝΟΣ
Transliteration A: teknophónos Transliteration B: teknophonos Transliteration C: teknofonos Beta Code: teknofo/nos

English (LSJ)

τεκνοφόνον, child-murdering, LXX Wi.14.23.

German (Pape)

[Seite 1083] Kinder mordend, Sp.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
meurtrier de ses propres enfants.
Étymologie: τέκνον, πεφνεῖν.

Greek (Liddell-Scott)

τεκνοφόνος: -ον, τεκνοκτόνος, φονεὺς τέκνων, Ἑβδομ. (Σοφ. Σολομ. ΙΔ΄, 23).

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που σκοτώνει τα παιδιά του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέκνον + -φόνος (< φόνος), πρβλ. γυναικοφόνος.

Greek Monotonic

τεκνοφόνος: -ον (*φένω), παιδοκτόνος, φονιάς παιδιών.

Middle Liddell

τεκνο-φόνος, ον, [*φένω
child-murdering.