τηλέχθων
From LSJ
μηδὲν κοτυλίζειν, ἀλλὰ καταπάττειν χύδην → not to sell by the cupful, but to dole out indiscriminately | not to sell by retail but wholesale
English (LSJ)
-ονος, ὁ, ἡ, far-away, γαῖα Opp.H.4.336.
German (Pape)
[Seite 1106] ονος, ὁ, ἡ, fernländisch, weit abgelegen, γαῖα Opp. Hal. 4, 336.
Greek (Liddell-Scott)
τηλέχθων: -ονος, ὁ, ἡ, ἡ τῆλε κειμένη, ἡ μακρὰν ἀπέχουσα, γαῖα Ὀρφ. Ὕμν. 4. 336.
Greek Monolingual
-ονος, ὁ, ἡ, Α
(για τόπο) πολύ μακρινός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τηλ(ε)- + -χθων (< χθών, χθονός «γη»), πρβλ. μεσόχθων].