τριπετής
From LSJ
Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht
English (LSJ)
τριπετές, (πετάννυμι) triply spread, threefold, νέκταρ v.l. in Id.Al.347 (τριέτει cod. ΙΙ).
Greek (Liddell-Scott)
τρῐπετής: -ές, (πετάννυμι) τρίσχιστος ἢ τριπέτηλος, Νίκανδρ. Ἀλεξιφ. 447, ἴδε Χ. Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογ. τ. 1, σ. 290 κἑξ.
Greek Monolingual
-ές, Α
σχισμένος, χωρισμένος στα τρία («τριπετῆ πόσιν σύκων» — ποτό παρασκευασμένο από ξηρά σύκα χωρισμένα σε τρία κομμάτια, Νίκ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -πετής (πέτομαι), πρβλ. ὑψιπετής].
German (Pape)
ές, dreifach auseinandergebreitet, dreifältig, τριπετῆ πόσιν σύκων Nic. Al. 347, ein Trank aus getrockneten und in drei Stücke zerschnittenen Feigen.