φλυκταινώδης

From LSJ

Ὡς ἡδὺ κάλλος, ὅταν ἔχῃ νοῦν σώφρονα → Quam dulce facies pulchra cum ingenio probo → Wie froh macht Schönheit, wenn sie klugen Sinn besitzt

Menander, Monostichoi, 555
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φλυκταινώδης Medium diacritics: φλυκταινώδης Low diacritics: φλυκταινώδης Capitals: ΦΛΥΚΤΑΙΝΩΔΗΣ
Transliteration A: phlyktainṓdēs Transliteration B: phlyktainōdēs Transliteration C: flyktainodis Beta Code: fluktainw/dhs

English (LSJ)

φλυκταινῶδες, = φλυκταινοειδής, Philum.Ven.17.1, Orib.Fr. 105.

German (Pape)

[Seite 1293] ες, zsgz. = φλυκταινοειδής, Sp.

Greek Monolingual

-ες / φλυκταινώδης, -ῶδες, ΝΜΑ φλύκταινα
1. όμοιος με φλύκταινα
2. γεμάτος φλύκταινες
νεοελλ.
ιατρ. αυτός που χαρακτηρίζεται από την παρουσία φλυκταινών (α. «φλυκταινώδες εξάνθημα» β. «φλυκταινώδης δερματοπάθεια»).