χαμαιλεχής
From LSJ
Θέλων καλῶς ζῆν μὴ τὰ τῶν φαύλων φρόνει → Victurus bene, ne mentem pravorum geras → Wenn gut du leben willst, zeig nicht der Schlechten Sinn
English (LSJ)
χαμαιλεχές, on the ground, κοίτα AP7.413 (Antip.).
German (Pape)
ές, = χαμαικοίτης, κοίτη, Antip.Sid. 82 (VII.413).
Russian (Dvoretsky)
χᾰμαιλεχής: Anth. = χαμαιεύνης.
Greek (Liddell-Scott)
χᾰμαιλεχής: -ές, γεν. έος, = χαμαιεύνης, κοίτη Ἀνθολ. Π. 7. 413.
Greek Monolingual
-ές, Α
χαμαιεύνης, χαμαικοίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαμ(αι)- + -λεχής (< λέχος «κρεβάτι»), πρβλ. κοινολεχής, ὀρειλεχής].
Greek Monotonic
χᾰμαιλεχής: -ές, γεν. -έος (λέχος), = χαμαιεύνης, σε Ανθ.
Middle Liddell
χᾰμαι-λεχής, ές λέχος = χαμαιεύνης, Anth.]