Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
ἀπαλλάσσω, ὑποστέλλω, ἀναχωρέω, ἐπέχω, εἴργω, εἵργω, ἔργω, ἔργνυμι, ἐέργω, ἐέργνυμι, νηστεύω, ἀπερύκω, ἐξαφίστημι, ὑποφείδομαι, φείδομαι, ὀκνέω, ἀνέχω, ἀποτρέπω, κατέχω, ἀφίστημι