μαλθακωτέρα πέπονος σικύου → softer than a ripe melon
καῦμα, φλεγμονή, καύσων, καῦσος, θέρμη, θερμόν, πύρωσις, περίκαυσις, πυρσός, πυρετός, φλογμός, αἶθος, διάκαυσις, ἀνθρακιά, ἀνθρακιή, καῦσις, θάλπος, θερμότης, θερμασία, μαρίλη