соглашение
From LSJ
οἱ μὲν εὐποροῦμεν οἱ δ' ἀλύομεν → some of us prosper and others are at our wit's end, some of us are prospering and others of us are at our wit's end
Russian > Greek
γραφή, σπονδή, σπονδά, γραμματεῖον, συγγραφή, ὁμολόγημα, προξενία, διάταξις, κύρωσις, ἀρμονία, ἁρμονίη, ἁρμονιά, σύνθετον, συνάλλαγμα, διομολόγησις, σύμβασις, συνημοσύνη, ὁμολογία, ὁμολογίη, συμφώνησις, ῥήτρα, ῥήτρη, συνθεσία, συνθεσίη, συνομολογία, συμβολή, συνθήκη, σύνταξις, σύνθημα, διαθήκη, συμβόλαιον, σύνθεσις