ἀθεεί
πολλὰ γάρ σε θεσπἰζονθ' ὁρῶ κοὐ ψευδόφημα (Sophocles' Oedipus Coloneus 1516f.) → For I see in you much prophecy, and nothing false
English (LSJ)
Adv., (θεός) without the aid of God, mostly with neg., οὐκ ἀθεεί Od.18.353, Philostr.VS1.21.2, D.C.59.12, Plot.4.3.16, Nonn. D.7.178, etc.
Spanish (DGE)
adv. sin la ayuda de un dios οὐκ ἀ. ὅδ' ἀνὴρ ... ἵκει Od.18.353, cf. Mosch.2.152, Philostr.VS 516, Plot.4.3.16, Nonn.D.7.178, 22.384, Hsch.
French (Bailly abrégé)
adv.
sans le secours des dieux.
Étymologie: ἀ, θεός.
English (Autenrieth)
(θεός), adv.: without god; οὐκ ἀθεεὶ ὅδ' ἀνὴρ... ἥκει (i. e. ‘he is a godsend to us'), said in mockery, Od. 18.353†.
Greek Monotonic
ἀθεεί: επίρρ. (θεός), αυτός που δεν έχει τη βοήθεια, τη συνδρομή, την αρωγή του θεού· οὐκ ἀθεεί, αυτό που ο Οράτ. παραθέτει ως non sine Dis, σε Ομήρ. Οδ.
German (Pape)
ohne Gott, ohne göttliche Fügung, Hom. einmal, Od. 18.353; Mosch. 2.148 und sp.D., wie K.S.
Russian (Dvoretsky)
ἀθεεί: adv. не по воле богов: οὐκ ἀ. Hom. не без воли богов.
Middle Liddell
θεός
without the aid of God, οὐκ ἀθεεί, Hor.'s non sine Dis, Od.