ἀκαμπτόπους

From LSJ

ἡμῶν δ' ὅσα καὶ τὰ σώματ' ἐστὶ τὸν ἀριθμὸν καθ' ἑνός, τοσούτους ἔστι καὶ τρόπους ἰδεῖνwhatever number of persons there are, the same will be found the number of minds and of characters

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκαμπτόπους Medium diacritics: ἀκαμπτόπους Low diacritics: ακαμπτόπους Capitals: ΑΚΑΜΠΤΟΠΟΥΣ
Transliteration A: akamptópous Transliteration B: akamptopous Transliteration C: akamptopous Beta Code: a)kampto/pous

English (LSJ)

ὁ, ἡ, with unbending foot, ἐλέφαντες Nonn. D. 15.148.

Spanish (DGE)

-ουν que no dobla el pie ἐλέφαντες Nonn.D.15.148.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκαμπτόπους: ὁ, ἡ, ὁ ἔχων ἄκαμπτον τὸν πόδα, ἐλέφαντες, Νόνν. Δ. 15. 148.

Greek Monolingual

ἀκαμπτόπους (-ποδος), ο, η (Α)
εκείνος που έχει άκαμπτα ή δύσκαμπτα πόδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄκαμπτος + πούς.

German (Pape)

ἀκαμπτόποδες ἐλέφαντες Nonn. D. 15.148, mit unbiegsamem Fuße.