ἀντιπαρακαλέω
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
English (LSJ)
summon in turn or summon contrariwise, ἐπὶ ἀληθεστέραν γε σωτηρίαν Th.6.86, cf. X.Cyr.2.2.24, Pl.Grg. 526e; ὑπέρ τινος change one's attitude and petition, J.BJ1.25.5.
Spanish (DGE)
1 convocar, exhortar en respuesta o como alternativa ἐπὶ ἀληθεστέραν γε σωτηρίαν Th.6.86, ἐπὶ τὸ πρανὲς καὶ τὸ μαλακὸν ἀ. X.Cyr.2.2.24, σὲ ἀντιπαρακαλῶ ἐπὶ τοῦτον τὸν βίον a ti (Calicles) te convoco a este género de vida (distinto del que tú propones) Pl.Grg.526e.
2 cambiar a una actitud suplicante ὑπὲρ τοῦ μειρακίου I.BI 1.508.
German (Pape)
[Seite 257] (s. καλέω), dagegen aufrufen, ermuntern, ἐπί τι, einem vorangehenden παρακαλεῖν entsprechend, Thuc. 6, 86; Plat. Gorg. 526 e; Xen. Cyr. 2, 2, 24.
French (Bailly abrégé)
ἀντιπαρακαλῶ :
1 conseiller en sens contraire : τινι à l'avis de qqn;
2 convoquer, citer en justice à son tour.
Étymologie: ἀντί, παρακαλέω.
Russian (Dvoretsky)
ἀντιπαρακᾰλέω: призывать в свою очередь, побуждать со своей стороны (τινα ἐπί τι Thuc., Xen., Plat.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπαρακᾰλέω: μέλλ. -έσω, παροτρύνω, προτρέπω ἐξ ἄλλου, ἐπὶ ἀληθεστέραν γε σωτηρίαν Θουκ. 6. 86, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 2. 2, 24, Πλάτ. Γοργ. 526Ε.
Greek Monotonic
ἀντιπαρακᾰλέω: μέλ. -έσω, συγκαλώ, προστάζω με τη σειρά μου ή αντίθετα προς διατάζω, σε Θουκ. κ.λπ.
Middle Liddell
to summon in turn or contrariwise, Thuc., etc.