ἀρχηγετέω
From LSJ
φύγεν ἄσμενος ἐκ θανάτοιο → he was glad to have escaped death
English (LSJ)
make a beginning, ἀπὸ τῶνδε S.El.83.
Spanish (DGE)
comenzar ἀπὸ τῶνδε S.El.83.
German (Pape)
[Seite 365] anfangen, ἀπό τινος Soph. El. 83.
French (Bailly abrégé)
ἀρχηγετῶ :
commencer : ἀπό τινος par qch.
Étymologie: ἀρχηγέτης.
Russian (Dvoretsky)
ἀρχηγετέω: начинать (ἀπό τινος Soph.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀρχηγετέω: ἄρχομαι, ἢ κάμνω καλὴν ἀρχήν, μηδὲν πρόσθεν ἢ τὰ Λοξίου πειρώμεθ᾿ ἔρδειν κἀπὸ τῶνδ᾿ ἀρχηγετεῖν Σοφ. Ἠλ. 83 ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.
Greek Monotonic
ἀρχηγετέω: μέλ. -ήσω, κάνω την αρχή, σε Σοφ.
Middle Liddell
to make a beginning, Soph.