ἀστυγειτονικός

From LSJ

Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀστῠγειτονικός Medium diacritics: ἀστυγειτονικός Low diacritics: αστυγειτονικός Capitals: ΑΣΤΥΓΕΙΤΟΝΙΚΟΣ
Transliteration A: astygeitonikós Transliteration B: astygeitonikos Transliteration C: astygeitonikos Beta Code: a)stugeitoniko/s

English (LSJ)

ἀστυγειτονική, ἀστυγειτονικόν, of or with neighbours, πόλεμος Plu.2.87e.

Spanish (DGE)

-ή, -όν que es entre ciudades vecinas πόλεμος Plu.2.87d.

German (Pape)

[Seite 379] πόλεμος, ein Krieg mit den Gränznachbarn, Plut. de cap. ex host. util. p. 272.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
qui concerne les villes voisines.
Étymologie: ἀστυγείτων.

Russian (Dvoretsky)

ἀστῠγειτονικός: ведущийся с (или между) соседями (πόλεμος Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀστῠγειτονικός: -ή, -όν, ὁ τοῦ ἀστυγείτονος, ὁ μετὰ ἀστυγειτόνων, πόλεμος Πλούτ. 2. 87Ε.

Greek Monolingual

ἀστυγειτονικός, -ή, -όν (Α) αστυγείτων
ο σχετικός με τους αστυγείτονες.