ἀωρόνυκτος

From LSJ

πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται → every knowledge, when separated from justice and the other virtues, ought to be called cunning rather than wisdom | every form of knowledge when sundered from justice and the rest of virtue is seen to be plain roguery rather than wisdom

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀωρόνυκτος Medium diacritics: ἀωρόνυκτος Low diacritics: αωρόνυκτος Capitals: ΑΩΡΟΝΥΚΤΟΣ
Transliteration A: aōrónyktos Transliteration B: aōronyktos Transliteration C: aoronyktos Beta Code: a)wro/nuktos

English (LSJ)

ἀωρόνυκτον, at midnight, ἀ. ἀμβόαμα ἔλακε A.Ch.34 (lyr.).

Spanish (DGE)

-ον
que sucede a altas horas de la noche ἀωρόνυκτα ἀμβόαμα μυχόθεν ἔλακε A.Ch.34.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui se fait à une heure indue de la nuit.
Étymologie: ἄωρος, νύξ.

Russian (Dvoretsky)

ἀωρόνυκτος: полуночный, поздний (ἀμβόαμα Aesch.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀωρόνυκτος: -ον, (νὺξ) μεσονύκτιος, ἀωρόνυκτον ἀμβόαμα, Λατ. intempesta nocte, Αἰσχύλ. Xο. 34· πρβλ. ἀωρί.

Greek Monolingual

ἀωρόνυκτος, -ον (Α)
1. ο μεσονύχτιος (φρ., «ἀωρόνυκτον ἀμβόαμα ἔλακε» — έσκουξε τα μεσάνυχτα, Αισχύλ.).

Greek Monotonic

ἀωρόνυκτος: -ον (νύξ), μεσονύκτιος, σε Αισχύλ.

Middle Liddell

[νύξ]
at midnight, Aesch.