ἐκπετάζω

From LSJ

εἰς πέλαγος σπέρµα βαλεῖν καὶ γράµµατα γράψαι ἀµφότερος µόχθος τε κενὸς καὶ πρᾶξις ἄκαρπος → throwing seeds and writing letters at sea are both a vain and fruitless endeavor

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκπετάζω Medium diacritics: ἐκπετάζω Low diacritics: εκπετάζω Capitals: ΕΚΠΕΤΑΖΩ
Transliteration A: ekpetázō Transliteration B: ekpetazō Transliteration C: ekpetazo Beta Code: e)kpeta/zw

English (LSJ)

= ἐκπετάννυμι, LXX 2 Es.9.5.

Spanish (DGE)

• Morfología:v. tb. ἐκπετάννυμι
extender, desplegar τὰς χεῖρας LXX 2Es.9.5, ἐπ' αὐτὸν νέφος LXX Ib.26.9, cf. Sm.Ib.36.30.

Greek Monolingual

ἐκπετάζω (Μ)
1. πετώ, ίπταμαι
2. ορμώ
3. (για τα χέρια) απλώνω («τὰς χεῖρας ἐκπετάσας»)
4. (για εξώστη) προεξέχω, προβάλλω.