ἐναλήθης

From LSJ

εὖ γ᾽ εὖ γε ποιήσαντες ὦ Διοσκόρω → well done, well done, you twin Dioscuri!

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνᾰλήθης Medium diacritics: ἐναλήθης Low diacritics: εναλήθης Capitals: ΕΝΑΛΗΘΗΣ
Transliteration A: enalḗthēs Transliteration B: enalēthēs Transliteration C: enalithis Beta Code: e)nalh/qhs

English (LSJ)

ἐναλήθες, plausible, likely, true, accordant with truth, Longin.15.8. Adv. ἐναλήθως = probably, plausibly, Luc.VH1.2.

Spanish (DGE)

-ες
1 verosímil λόγος D.H.Imit.5.1
subst. τὸ ἐνάληθες = verosimilitud Longin.15.8.
2 adv. ἐναλήθως = verosímilmente Luc.VH 1.2
en verdad Sch.Clem.Al.Paed.91.23.

German (Pape)

[Seite 826] ες, in Wahrheit, wahr, Longin. 15, 8. – Adv. ἐναλήθως, wahrscheinlich, Luc. V. H. 1, 2.

French (Bailly abrégé)

ης, ες:
vraisemblable, vrai.
Étymologie: ἐν, ἀληθής.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνᾰλήθης: -ες, σύμφωνος πρὸς τὴν ἀλήθειαν, τὸ ἔμπρακτον καὶ ἐνάληθες Λογγῖνος π. Ὕψ. 15. 8. - Ἐπίρρ. -θως, πιθανῶς, Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. 1. 2.

Greek Monolingual

-άληθες (AM ἐναλήθης, ἐνάληθες)
Ι. αληθοφανής, πιθανός.

Greek Monotonic

ἐνᾰλήθης: -ες, αυτός που βρίσκεται σε συμφωνία με την αλήθεια· επίρρ., ἐναλήθως, πιθανώς, σε Λουκ.

Middle Liddell

ἐν-ᾰλήθης, ες adj
in accordance with truth: adv. ἐναλήθως, probably, Luc.