ἐννενήκοντα
From LSJ
τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
English (LSJ)
ἐννενηκοστός, ἐννενηκονταετής, ff.ll. for ἐνεν-.
German (Pape)
[Seite 847] schlechtere Schreibart für ἐνενήκοντα. So auch ἐννενηκοστός u. Zsstzgn.
French (Bailly abrégé)
forme incorrecte p. ἐνενήκοντα.
Greek (Liddell-Scott)
ἐννενήκοντα: ἐννενηκοστός, ἐννενηκονταετής, ἀμφίβολοι τύποι ἀντὶ ἐνενήκοντα, κτλ., ἴδε ἔνατος, πρβλ. καὶ Κόντον ἐν Λογίῳ Ἑρμῇ τ. Ε΄, σ. 5.
Greek Monolingual
λανθ. γραφή αντί ενενήκοντα
επίσης λαν. και τα παράγωγα εννενηκοστός, εννενηκονταετής κ.ά. αντί ενενηκοστός, ενενηκονταετής κ.λπ.