ἐξαυτομολέω

From LSJ

Τιμώμενοι γὰρ πάντες ἥδονται βροτοί → Omnes enim homines honorari expetunt → Denn alle Menschen sehen sich recht gern geehrt

Menander, Monostichoi, 513
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξαυτομολέω Medium diacritics: ἐξαυτομολέω Low diacritics: εξαυτομολέω Capitals: ΕΞΑΥΤΟΜΟΛΕΩ
Transliteration A: exautomoléō Transliteration B: exautomoleō Transliteration C: eksaftomoleo Beta Code: e)cautomole/w

English (LSJ)

A desert from a place, πρός τινα Ar.Nu.1104.
II Pass., to be betrayed by deserters, τὸ σύνθημα Aen.Tact.24.16.

German (Pape)

[Seite 874] verstärktes simplex, Ar. Nubb. 1088 u. Sp.

French (Bailly abrégé)

ἐξαυτομολῶ :
déserter à l'ennemi.
Étymologie: ἐξ, αὐτομολέω.

Russian (Dvoretsky)

ἐξαυτομολέω: перебегать, переходить (πρός τινα Arph.; ирон. εἰς χεῖρας καλῆς γυναικός Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐξαυτομολέω: αὐτομολῶ ἔκ τινος τόπου, ἐξαυτομολῶ πρὸς ὑμᾶς Ἀριστοφ. Νεφ. 1104. ΙΙ. Παθ., προδίδομαι ὑπ’ αὐτομολησάντων, οὕτω γὰρ ἂν ἥκιστα... ἐξαυτομολοῖτο τὸ σύνθημα Αἰτ. Τακτ. 24.

Greek Monotonic

ἐξαυτομολέω: μέλ. —ήσω, αυτομολώ, λιποτακτώ από κάπου, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

fut. ήσω
to desert from a place, Ar.