ὑπερασπισμός

From LSJ

Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n

Menander, Monostichoi, 149
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερασπισμός Medium diacritics: ὑπερασπισμός Low diacritics: υπερασπισμός Capitals: ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΜΟΣ
Transliteration A: hyperaspismós Transliteration B: hyperaspismos Transliteration C: yperaspismos Beta Code: u(peraspismo/s

English (LSJ)

ὁ, a covering with a shield, protection, LXX Ps.17(18).36, al.

German (Pape)

[Seite 1191] ὁ, Bedeckung mit dem Schilde, Beschützung (?).

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερασπισμός: ὁ, τὸ ὑπερασπίζειν τινά, ὑπεράσπισις, προστασία, Ἑβδ. (Ψαλμ. ΙΖ΄, 35, κ. ἀλλ.).

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ ὑπερασπίζω
υπεράσπιση, προστασία («τὸν ὑπερασπισμόν, ὃν ὑπερήσπιζεν αὐτοῦ ὁ Θεός», Ωριγ.).