τὸν ἀφ' ἱερᾶς κινεῖν λίθον → move one's man from this line, move a piece from this line, try one's last chance, make a last ditch effort
αἰτητής, αὐθέντης, δεκαδάρχης, δημοτελής, δημόσιος, διαβέτης, διαταγματάριος, ἀξιωματικός, ἀρχικός, ἄρχων