Δαυλίς

From LSJ

ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Δαυλίς Medium diacritics: Δαυλίς Low diacritics: Δαυλίς Capitals: ΔΑΥΛΙΣ
Transliteration A: Daulís Transliteration B: Daulis Transliteration C: Davlis Beta Code: *dauli/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, Daulis, a city of Phocis, Il.2.520, etc.; also name of a festival at Argos, Hsch. (Δαῦλις cod.), etc.: Δαύλιος, ὁ, a Daulian, Hdt.8.35, or Δαυλιεύς, έως, A.Ch.674: Δαυλία (sc. χώρα), ἡ, the country of Daulis, Phocis, S.OT734.

Spanish (DGE)

-ίδος, ἡ
I mit. Dáulide
1 ninfa, hija de Cefiso, epón. de la ciudad del mismo n., Paus.10.4.7, St.Byz.
2 αἱ Δαυλίδες las Dáulides n. dado a los pájaros en que fueron convertidas Procne y Filomela, Plu.2.727d, cf. Δαυλιάς, Δαύλιος.
II geog. Dáulide ciudad de Fócide, patria de Tereo, tb. llamada Daulia Il.2.520, Herodor.46, Ephor.93, Str.7.7.1, 9.3.13, Paus.1.41.8, 10.3.1, 4.7, Ptol.Geog.3.14.17, Nonn.D.4.320, 13.128, Dion.Calliph.81, Hsch.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
1 (χώρα) le territoire ou la ville de Daulis (auj. Daulia) en Phocide;
2 (ὄρνις) l'oiseau de Daulis, càd l'hirondelle (Proknè).
Étymologie: DELG δαυλός.

Russian (Dvoretsky)

Δαυλίς: ίδος ἡ Давлида
1 город в Фокиде, к сев.-вост. от Дельф Hom.;
2 sc. ὄρνις Plut. = Πρόκνη.

Greek (Liddell-Scott)

Δαυλίς: -ίδος, ἡ, πόλις τῆς Φωκίδος, Ὅμ., κτλ.·- Δαύλιος, ὁ, ἐκ Δαυλίδος, Ἡρόδ. 8. 35· ἢ Δαυλιεύς, έως, Αἰσχύλ. Χο. 674·- Δαυλία (ἐνν. χώρα), ἡ, ἡ χώρα τῆς Δαυλίδος, ἡ Φωκίς, Σοφ. Ο. Τ. 734.

English (Autenrieth)

a town in Phocis, Il. 2.520†.

Greek Monotonic

Δαυλίς: -ίδος, ἡ, Δαυλίδα, πόλη της Φωκίδας, σε Όμηρ. κ.λπ.· Δαύλιος, , κάτοικος της Δαυλίδας, σε Ηρόδ.· Δαυλιεύς, -έως, σε Αισχύλ.· Δαυλία (ενν. χώρα), , η Φωκίδα, σε Σοφ.

Middle Liddell


Daulis, a city of Phocis, Hom., etc.