διάσκεψη
From LSJ
νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → they manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous | They manage the home, and guard within the house the sea-borne wares. No house is clean or prosperous if the wife is absent.
Greek Monolingual
, η (AM διάσκεψις, -εως)
λεπτομερής διερεύνηση θέματος
νεοελλ.
συνδιάσκεψη, σύσκεψη αντιπροσώπων για συζήτηση θεμάτων και λήψη αποφάσεων
αρχ.
πληθ. αι διασκέψεις
τα αντικείμενα τών συζητήσεων.