κλεψίρρυτος

From LSJ

Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz

Menander, Monostichoi, 526
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλεψίρρῠτος Medium diacritics: κλεψίρρυτος Low diacritics: κλεψίρρυτος Capitals: ΚΛΕΨΙΡΡΥΤΟΣ
Transliteration A: klepsírrytos Transliteration B: klepsirrytos Transliteration C: klepsirrytos Beta Code: kleyi/rrutos

English (LSJ)

κλεψίρρυτον, secretly flowing, name of a stream at Athens, which flowed some distance under ground, Hsch.

German (Pape)

im Verborgenen fließend, ὕδωρ, eine Quelle bei Athen, die eine Strecke unter der Erde wegfloß, Hesych. S. κλεψύδρα.

Greek (Liddell-Scott)

κλεψίρρῠτος: -ον, ὁ λάθρα ρέων, ὄνομα ῥύακος ἐν Ἀθήναις ὅστις ἐφ’ ἱκανὸν διάστημα ῥέει ὑπὸ τὴν γῆν, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κλεψίρρυτος, -ον (Α)
1. αυτός που ρέει κρυφά
2. το αρσ. ως ουσ. ὁ Κλεψίρρυτος
ονομασία μικρού ρεύματος στην Αθήνα, το οποίο σε κάποιο τμήμα του έρρεε κάτω από το έδαφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλεψι- (< κλέπτω) + -ρυτος (< ρυτός < ρέω), πρβλ. μελίρρυτος, ποταμόρρυτος. Σύνθ. του τύπου τερψί-μβροτος].