χειροδάϊκτος

From LSJ

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χειροδάϊκτος Medium diacritics: χειροδάϊκτος Low diacritics: χειροδάϊκτος Capitals: ΧΕΙΡΟΔΑΪΚΤΟΣ
Transliteration A: cheirodáïktos Transliteration B: cheirodaiktos Transliteration C: cheirodaiktos Beta Code: xeiroda/i+ktos

English (LSJ)

[ᾰ], ον, slain by hand, σφάγια S.Aj.219 (anap.).

German (Pape)

[Seite 1345] mit der Hand gespalten, getödtet, σφάγια Soph. Ai. 218.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
déchiré avec la main.
Étymologie: χείρ, δαΐζω.

Russian (Dvoretsky)

χειροδάϊκτος: руками или собственноручно разрубленный (σφάγια Soph.).

Greek (Liddell-Scott)

χειροδάϊκτος: -ον, ὁ διὰ χειρὸς φονευθείς, χειροδάϊκτα σφάγια Σοφ. Αἴ. 219.

Greek Monolingual

-ον, Α
σκοτωμένος από τα χέρια κάποιου («χειροδάϊκτα σφάγι' αἱμοβαφῆ», Σοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο)- + -δάϊκτος (< δαϊκτός < δαΐζω «φονεύω»), πρβλ. πυργοδάϊκτος].

Greek Monotonic

χειροδάϊκτος: [ᾰ], -ον (δαΐζω), αυτός που φονεύεται από χέρι, σε Σοφ.