χειροδάϊκτος

From LSJ

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χειροδάϊκτος Medium diacritics: χειροδάϊκτος Low diacritics: χειροδάϊκτος Capitals: ΧΕΙΡΟΔΑΪΚΤΟΣ
Transliteration A: cheirodáïktos Transliteration B: cheirodaiktos Transliteration C: cheirodaiktos Beta Code: xeiroda/i+ktos

English (LSJ)

[ᾰ], ον, slain by hand, σφάγια S.Aj.219 (anap.).

German (Pape)

[Seite 1345] mit der Hand gespalten, getödtet, σφάγια Soph. Ai. 218.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
déchiré avec la main.
Étymologie: χείρ, δαΐζω.

Russian (Dvoretsky)

χειροδάϊκτος: руками или собственноручно разрубленный (σφάγια Soph.).

Greek (Liddell-Scott)

χειροδάϊκτος: -ον, ὁ διὰ χειρὸς φονευθείς, χειροδάϊκτα σφάγια Σοφ. Αἴ. 219.

Greek Monolingual

-ον, Α
σκοτωμένος από τα χέρια κάποιου («χειροδάϊκτα σφάγι' αἱμοβαφῆ», Σοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο)- + -δάϊκτος (< δαϊκτός < δαΐζω «φονεύω»), πρβλ. πυργοδάϊκτος].

Greek Monotonic

χειροδάϊκτος: [ᾰ], -ον (δαΐζω), αυτός που φονεύεται από χέρι, σε Σοφ.