ἡμίνα

From LSJ

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμίνα Medium diacritics: ἡμίνα Low diacritics: ημίνα Capitals: ΗΜΙΝΑ
Transliteration A: hēmína Transliteration B: hēmina Transliteration C: imina Beta Code: h(mi/na

English (LSJ)

ἡ, (ἥμισυς)
A half, Leg.Gort.2.49, SIG525.13 (Gortyn, iii B.C.), prob. in Hsch. s.v. ἰνιμίνα.
II a Sicil. measure = cotyle, cotyla (κοτύλη), Epich. [290], Sophr.105; ἡμίνα βασιλική = ἡμικοτύλιον (half-cotyla, half-cotyle, half-cotula, one fourth of a pint), Aristid.Or.49(25).32, cf. IG7.2712.66 (Acraeph.). (Hence Lat. hemīna; Italic and properisp. acc. to Theognost.Can.101, but prob. orig. Greek.)

German (Pape)

[Seite 1169] ἡ, die Hälfte des ἑκτεύς, = κοτύλη, VLL.; Epicharm. u. Sophron Ath. XI, 479 b XIV, 648 d.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
hémine, mesure att. de 6 cyathes pour les liquides.
Étymologie: ἥμισυς.

Russian (Dvoretsky)

ἡμίνα: или ἡμῖνα ἡ Plautus = κοτύλη.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμίνα: ἡ, (ἥμισυς) Σικελικὸν μέτρον, ἥμισυς ἑκτεύς, καὶ ἑπομένως = κοτύλη, Ἐπίχ. 91b Ahr., Σώφρων 70 Ahr.˙ ἡμίνα βασιλικὴ = ἡμικοτύλη Ἀριστείδ. 1. 316˙ ὡσαύτως εὑρισκόμενον ἔν τινι Βοιωτ. Ἐπιγραφ. Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 47. Ἡ ποσότης ἀόριστος ἐν τοῖς μνημονευθεῖσι χωρίοις˙ ἀλλ’ ἐν Α. Β. 99 φέρεται ἡμῖνα καὶ παρὰ Πλαύτῳ εἶνε hemῑna, M. Gl. 3. 2, 18, Pers. 1. 129.

Greek Monolingual

ἡμίνα, ἡ (Α)
1. μισή
2. (μέτρο στη Σικελία) μισός εκτεύς, κοτύλη
3. φρ. «ἡμίνα βασιλική» — ημικοτύλιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήμισυς + κατάλ. -ινα, με το -ι- προφανώς μακρό (πρβλ. δωτίνη < δως)].