ἐνίοτε: Difference between revisions
ἠργάζετο τῷ σώματι μισθαρνοῦσα τοῖς βουλομένοις αὐτῇ πλησιάζειν → she lived as a prostitute letting out her person for hire to those who wished to enjoy her, she worked with her body by hiring herself out to anyone who wanted to have sex with her
(big3_15) |
(12) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> dór. [[ἐνίοκα]] Ps.Archyt.<i>Pyth.Hell</i>.12.21; ἐνιότε Asp.<i>in EN</i> 20.17, Iambl.<i>Myst</i>.5.19<br />adv. [[algunas veces]], [[en algunas ocasiones]] ἐσθλῶν κακίους ἐνίοτ' εὐτυχέστεροι en ocasiones los más humildes son más afortunados que los nobles</i> E.<i>Hel</i>.1213, ἐπόεις ζημίαν ἐ. Ar.<i>Pl</i>.1125, ἡλικίῃ σμικροῦ ἐόντος ... [[δύναμις]] ἐ. πάμπουλυς Hp.<i>Praec</i>.14, ἅτερα δὲ φυσικὰ πάθεα ... ἐ. ποιέοντι ἐναντίαν ἐπιπρέπειαν Ps.Archyt.l.c., αἴρειν τὰ σύσσημα ἐ. levantar las señales de vez en cuando</i> Aen.Tact.6.7, cf. D.21.205, <i>PCair.Zen</i>.362re.25 (III a.C.), Asp.l.c., Gal.3.460, 5.341, Posidon.68, Phld.<i>Elect</i>.8.8, Vett.Val.432.6, <i>IEphesos</i> 215.2 (II/III d.C.)<br /><b class="num">•</b>en correl. ἐ. μὲν ..., ἐ. δὲ ... unas veces ..., otras ...</i> Pl.<i>Grg</i>.467e, Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.304.38, Iambl.l.c., ἐ. μὲν ..., ὅτε δὲ ... Arist.<i>Mete</i>.360<sup>b</sup>2, ἐ. ..., τότε δὲ ... Pl.<i>Phlb</i>.46e, [[ἄλλοτε]] ... ἐ. δὲ ... Vett.Val.72.14<br /><b class="num">•</b>ἐ. μὲν ... ἔστι δ' ὅτε ... a veces ..., pero cuando ...</i> Pl.<i>Tht</i>.150a. | |dgtxt=<b class="num">• Alolema(s):</b> dór. [[ἐνίοκα]] Ps.Archyt.<i>Pyth.Hell</i>.12.21; ἐνιότε Asp.<i>in EN</i> 20.17, Iambl.<i>Myst</i>.5.19<br />adv. [[algunas veces]], [[en algunas ocasiones]] ἐσθλῶν κακίους ἐνίοτ' εὐτυχέστεροι en ocasiones los más humildes son más afortunados que los nobles</i> E.<i>Hel</i>.1213, ἐπόεις ζημίαν ἐ. Ar.<i>Pl</i>.1125, ἡλικίῃ σμικροῦ ἐόντος ... [[δύναμις]] ἐ. πάμπουλυς Hp.<i>Praec</i>.14, ἅτερα δὲ φυσικὰ πάθεα ... ἐ. ποιέοντι ἐναντίαν ἐπιπρέπειαν Ps.Archyt.l.c., αἴρειν τὰ σύσσημα ἐ. levantar las señales de vez en cuando</i> Aen.Tact.6.7, cf. D.21.205, <i>PCair.Zen</i>.362re.25 (III a.C.), Asp.l.c., Gal.3.460, 5.341, Posidon.68, Phld.<i>Elect</i>.8.8, Vett.Val.432.6, <i>IEphesos</i> 215.2 (II/III d.C.)<br /><b class="num">•</b>en correl. ἐ. μὲν ..., ἐ. δὲ ... unas veces ..., otras ...</i> Pl.<i>Grg</i>.467e, Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.304.38, Iambl.l.c., ἐ. μὲν ..., ὅτε δὲ ... Arist.<i>Mete</i>.360<sup>b</sup>2, ἐ. ..., τότε δὲ ... Pl.<i>Phlb</i>.46e, [[ἄλλοτε]] ... ἐ. δὲ ... Vett.Val.72.14<br /><b class="num">•</b>ἐ. μὲν ... ἔστι δ' ὅτε ... a veces ..., pero cuando ...</i> Pl.<i>Tht</i>.150a. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=(Α [[ἐνίοτε]]) [[ένιοι]]<br /><b>επίρρ.</b> [[καμιά]] [[φορά]], [[κάποτε]], [[πότε]] [[πότε]], μερικές φορές, σε μερικές περιπτώσεις.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. <span style="color: red;"><</span> [[ἔνιοι]] [[κατά]] το [[πρότυπο]] τών <i>ὅτε</i>, [[ποτέ]] (<b>βλ.</b> και λ. [[ἔνιοι]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:35, 29 September 2017
English (LSJ)
Adv.
A at times, sometimes, E.Hel.1213, Ar.Pl.1125, Hp. Praec.14, etc.; ἐ. μὲν... ἐ. δὲ . . Pl.Grg.467e; ἐ. μὲν . . ἔστι δ' ὅτε . . Id.Tht.150a; ἐ . . τότε δὲ . . Id.Phlb.46e; ἐ. μὲν . . ὅτε δὲ . . Arist.Mete. 360b2.
German (Pape)
[Seite 845] einige Male, zuweilen (ἔστιν ὅτε); Eur. Hel. 1229; Ar. Plut. 1125 u. a. com.; Thuc. u. Folgde; ἐνίοτε – μέν – ἔστι δ' ὅτε Plat. Theaet. 150 a; ἐνίοτε μέν – ἐνίοτε δέ Gorg. 467 e; ἐνίοτε – τότε δέ Phil. 46 e.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνίοτε: (οὐχὶ ἐνιότε, πρβλ. ἄλλοτε, ἑκάστοτε): - Ἐπίρρ. ἀντὶ τοῦ ἔνι ὅτε = ἔστιν ὅτε, «κάποτε», Εὐρ. Ἑλ. 1213, Ἀριστοφ. Πλ. 1125, Πλάτ., κτλ.· ἐν. μέν, ἐν. δὲ Πλάτ. Γοργ. 467Ε· ἐνίοτε μέν... ἔστι δ’ ὅτε ὁ αὐτ. Θεαίτ. 150Α· ἐν... τότε δὲ ὁ αὐτ. Φίληβ. 46Ε· ἐν μέν... ὅτε δέ... Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 4, 8, πρβλ. ἔνιοι.
French (Bailly abrégé)
adv.
quelquefois.
Étymologie: ἔνι, ὅτε.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): dór. ἐνίοκα Ps.Archyt.Pyth.Hell.12.21; ἐνιότε Asp.in EN 20.17, Iambl.Myst.5.19
adv. algunas veces, en algunas ocasiones ἐσθλῶν κακίους ἐνίοτ' εὐτυχέστεροι en ocasiones los más humildes son más afortunados que los nobles E.Hel.1213, ἐπόεις ζημίαν ἐ. Ar.Pl.1125, ἡλικίῃ σμικροῦ ἐόντος ... δύναμις ἐ. πάμπουλυς Hp.Praec.14, ἅτερα δὲ φυσικὰ πάθεα ... ἐ. ποιέοντι ἐναντίαν ἐπιπρέπειαν Ps.Archyt.l.c., αἴρειν τὰ σύσσημα ἐ. levantar las señales de vez en cuando Aen.Tact.6.7, cf. D.21.205, PCair.Zen.362re.25 (III a.C.), Asp.l.c., Gal.3.460, 5.341, Posidon.68, Phld.Elect.8.8, Vett.Val.432.6, IEphesos 215.2 (II/III d.C.)
•en correl. ἐ. μὲν ..., ἐ. δὲ ... unas veces ..., otras ... Pl.Grg.467e, Chrysipp.Stoic.2.304.38, Iambl.l.c., ἐ. μὲν ..., ὅτε δὲ ... Arist.Mete.360b2, ἐ. ..., τότε δὲ ... Pl.Phlb.46e, ἄλλοτε ... ἐ. δὲ ... Vett.Val.72.14
•ἐ. μὲν ... ἔστι δ' ὅτε ... a veces ..., pero cuando ... Pl.Tht.150a.
Greek Monolingual
(Α ἐνίοτε) ένιοι
επίρρ. καμιά φορά, κάποτε, πότε πότε, μερικές φορές, σε μερικές περιπτώσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < ἔνιοι κατά το πρότυπο τών ὅτε, ποτέ (βλ. και λ. ἔνιοι)].