κῦφι: Difference between revisions
From LSJ
Πυλάδη, σε γὰρ δὴ πρῶτον ἀνθρώπων ἐγὼ πιστὸν νομίζω καὶ φίλον ξένον τ' ἐμοί → Pylades for indeed I consider you, foremost among men, loyal and kind and a host to me (Euripides' Electra 82-83)
(eksahir) |
(22) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{eles | {{eles | ||
|esgtx=[[kifi]] | |esgtx=[[kifi]] | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=κῡφι, -εος και -εως και δ. γρφ. κοῑφι, τὸ (Α)<br />[[είδος]] αιγυπτιακού φαρμάκου που περιείχε πολλές διεγερτικές ουσίες. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:26, 29 September 2017
English (LSJ)
εος, and εως, τό,
A an Egyptian compound incense, Dsc.1.25, Plu. 2.372d, 384b, Gal.13.199, Damocr. ap. eund.14.117:—freq. written κοῖφι, Ath.2.66f, Aristid.Or.47(23).26 (κοιφὶ), PMag.Lond.46.221, 121.538.
German (Pape)
[Seite 1539] εως, τό, ein ägyptisches Arzneimittel, aus lauter hitzigen Sachen zusammengesetzt, Galen.
French (Bailly abrégé)
εως (τό) :
cyphi, aromate égyptien employé en médecine.
Étymologie:.
Spanish
Greek Monolingual
κῡφι, -εος και -εως και δ. γρφ. κοῑφι, τὸ (Α)
είδος αιγυπτιακού φαρμάκου που περιείχε πολλές διεγερτικές ουσίες.