ὁμόζηλος: Difference between revisions
Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Bion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
(6_18) |
(28) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὁμόζηλος''': -ον, ὁ ἔχων τὸν αὐτὸν ἢ ὅμοιον ζῆλον, Νόνν. Δ. 37. 261· τινι, [[μετὰ]] τινος, Φίλων 1. 146. | |lstext='''ὁμόζηλος''': -ον, ὁ ἔχων τὸν αὐτὸν ἢ ὅμοιον ζῆλον, Νόνν. Δ. 37. 261· τινι, [[μετὰ]] τινος, Φίλων 1. 146. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ὁμόζηλος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει τον ίδιο ή παρόμοιο ζήλο<br /><b>2.</b> (για συγγραφέα) αυτός που καλλιεργεί το ίδιο φιλολογικό [[είδος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ζῆλος]] (<b>πρβλ.</b> [[μεγαλό]]-<i>ζηλος</i>)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:08, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A of like zeal, Ph.2.458, Nonn.D.37.261 ; τινι with one, Ph.1.146. II cultivating the same literary style, Anach. ap. S.E.M.7.56.
German (Pape)
[Seite 334] von gleichem Eifer, Studium; S. Emp. adv. log. 1, 56; Nonn.
Greek (Liddell-Scott)
ὁμόζηλος: -ον, ὁ ἔχων τὸν αὐτὸν ἢ ὅμοιον ζῆλον, Νόνν. Δ. 37. 261· τινι, μετὰ τινος, Φίλων 1. 146.
Greek Monolingual
ὁμόζηλος, -ον (Α)
1. αυτός που έχει τον ίδιο ή παρόμοιο ζήλο
2. (για συγγραφέα) αυτός που καλλιεργεί το ίδιο φιλολογικό είδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο)- + ζῆλος (πρβλ. μεγαλό-ζηλος)].