σκορπιώδης: Difference between revisions
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
(6_8) |
(37) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σκορπιώδης''': -ες, συνῃρ. ἀντὶ [[σκορπιοειδής]]· - μεταφορ., [[ὅμοιος]] σκορπίῳ, Φίλων 2. 576· κακός, [[δυσμενής]], [[ἄγριος]], [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 125, Εὐστ. 851. 52. ΙΙ. τὸ σκορπιῶδες, ἔντομόν τι εὑρισκόμενον ἐν βιβλίοις, τὸ Chelifer cancroïdes, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 7, 7, πρβλ. 5. 32, 3. | |lstext='''σκορπιώδης''': -ες, συνῃρ. ἀντὶ [[σκορπιοειδής]]· - μεταφορ., [[ὅμοιος]] σκορπίῳ, Φίλων 2. 576· κακός, [[δυσμενής]], [[ἄγριος]], [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 125, Εὐστ. 851. 52. ΙΙ. τὸ σκορπιῶδες, ἔντομόν τι εὑρισκόμενον ἐν βιβλίοις, τὸ Chelifer cancroïdes, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 7, 7, πρβλ. 5. 32, 3. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ῶδες, ΜΑ [[σκορπίος]]<br /><b>1.</b> όμοιος με σκορπιό, [[σκορπιοειδής]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[κακός]], [[άγριος]], [[σκληρός]]<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ σκορπιῶδες</i><br />[[είδος]] εντόμου. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:29, 29 September 2017
English (LSJ)
ες, metaph.,
A scorpion-like, Ph.2.576; malignant, Poll.6.125, Procop.Arc.1, Eust.851.52. II τὸ σκορπιῶδες, Chelifer cancroïdes, an insect found in books, Arist.HA532a19, cf. 557b10.
German (Pape)
[Seite 905] ες, zsgzgn statt σκορπιοειδής, Arist. H. A. 4, 7.
Greek (Liddell-Scott)
σκορπιώδης: -ες, συνῃρ. ἀντὶ σκορπιοειδής· - μεταφορ., ὅμοιος σκορπίῳ, Φίλων 2. 576· κακός, δυσμενής, ἄγριος, Πολυδ. Ϛ΄, 125, Εὐστ. 851. 52. ΙΙ. τὸ σκορπιῶδες, ἔντομόν τι εὑρισκόμενον ἐν βιβλίοις, τὸ Chelifer cancroïdes, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 7, 7, πρβλ. 5. 32, 3.
Greek Monolingual
-ῶδες, ΜΑ σκορπίος
1. όμοιος με σκορπιό, σκορπιοειδής
2. μτφ. (για πρόσ.) κακός, άγριος, σκληρός
3. το ουδ. ως ουσ. τὸ σκορπιῶδες
είδος εντόμου.