τετραγωνικός: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
(12) |
(41) |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=tetragwniko/s | |Beta Code=tetragwniko/s | ||
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">of a square, square</b>, <span class="bibl">Iamb. <span class="title">in Nic.</span> p.59</span> P., al., <span class="bibl">Procl.<span class="title">Hyp.</span>3.6</span>, <span class="bibl">Simp. <span class="title">in Ph.</span>59.19</span>. Adv. -κῶς <span class="bibl">Iamb. <span class="title">in Nic.</span> p.27</span> P.</span> | |Definition=ή, όν, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">of a square, square</b>, <span class="bibl">Iamb. <span class="title">in Nic.</span> p.59</span> P., al., <span class="bibl">Procl.<span class="title">Hyp.</span>3.6</span>, <span class="bibl">Simp. <span class="title">in Ph.</span>59.19</span>. Adv. -κῶς <span class="bibl">Iamb. <span class="title">in Nic.</span> p.27</span> P.</span> | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό / [[τετραγωνικός]], -ή, -όν, ΝΑ [[τετράγωνος]]<br />αυτός που έχει [[σχήμα]] τετραγώνου, [[τετράγωνος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> [[ακαταγώνιστος]], [[ακαταμάχητος]] («τετραγωνικό [[επιχείρημα]]»)<br /><b>2.</b> <b>χημ.</b> (για χαρακτηρισμό μιας μορφής υβριδίωσης) αυτή στην οποία συμμετέχουν [[τέσσερα]] τροχιακά ενός ατόμου, ένα <i>s</i> και [[τρία]] <i>p</i> ή και [[κάποτε]] και <i>d</i><br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τετραγωνικό</i><br />[[τετράγωνο]] [[τμήμα]] επιφάνειας που [[κάθε]] [[πλευρά]] του έχει [[μήκος]] ένα [[μέτρο]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «τετραγωνική [[ρίζα]] του αριθμού <i>α</i>»<br /><b>μαθημ.</b> ο [[αριθμός]] ο [[οποίος]] πολλαπλασιαζόμενος με τον εαυτό του δίνει τον <i>α</i> («τετραγωνική [[ρίζα]] του 9 [[είναι]] ο [[αριθμός]] 3»)<br />β) «τετραγωνική [[εξίσωση]]»<br /><b>μαθημ.</b> [[εξίσωση]] δευτέρου βαθμού<br />γ) «[[μέση]] τετραγωνική [[ταχύτητα]]»<br /><b>φυσ.</b> η [[μέση]] [[ταχύτητα]] ενός συστήματος κινούμενων σωματιδίων η οποία ορίζεται [[έτσι]] ώστε το τετράγωνό της να [[είναι]] ίσο [[προς]] τον [[μέσο]] όρο τών τετραγώνων τών επιμέρους ταχυτήτων τών σωματιδίων και η οποία προσδιορίζει τη [[θερμοκρασία]] του<br />δ) «τετραγωνικό [[σύστημα]]»<br /><b>(κρυσταλλ.)</b> μία από τις κύριες κατηγορίες δομών στις οποίες μπορεί να ταξινομηθεί ένα κρυσταλλικό στερεό<br />ε) «τετραγωνικό [[μυαλό]]» — [[λογικός]] και [[θετικός]] [[άνθρωπος]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[τετραγωνικώς]] / <i>τετραγωνικῶς</i>, ΝΜΑ, και <i>τετραγωνικά</i> Ν<br />με τετραγωνικό τρόπο. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:50, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A of a square, square, Iamb. in Nic. p.59 P., al., Procl.Hyp.3.6, Simp. in Ph.59.19. Adv. -κῶς Iamb. in Nic. p.27 P.
Greek Monolingual
-ή, -ό / τετραγωνικός, -ή, -όν, ΝΑ τετράγωνος
αυτός που έχει σχήμα τετραγώνου, τετράγωνος
νεοελλ.
1. μτφ. ακαταγώνιστος, ακαταμάχητος («τετραγωνικό επιχείρημα»)
2. χημ. (για χαρακτηρισμό μιας μορφής υβριδίωσης) αυτή στην οποία συμμετέχουν τέσσερα τροχιακά ενός ατόμου, ένα s και τρία p ή και κάποτε και d
3. το ουδ. ως ουσ. το τετραγωνικό
τετράγωνο τμήμα επιφάνειας που κάθε πλευρά του έχει μήκος ένα μέτρο
4. φρ. α) «τετραγωνική ρίζα του αριθμού α»
μαθημ. ο αριθμός ο οποίος πολλαπλασιαζόμενος με τον εαυτό του δίνει τον α («τετραγωνική ρίζα του 9 είναι ο αριθμός 3»)
β) «τετραγωνική εξίσωση»
μαθημ. εξίσωση δευτέρου βαθμού
γ) «μέση τετραγωνική ταχύτητα»
φυσ. η μέση ταχύτητα ενός συστήματος κινούμενων σωματιδίων η οποία ορίζεται έτσι ώστε το τετράγωνό της να είναι ίσο προς τον μέσο όρο τών τετραγώνων τών επιμέρους ταχυτήτων τών σωματιδίων και η οποία προσδιορίζει τη θερμοκρασία του
δ) «τετραγωνικό σύστημα»
(κρυσταλλ.) μία από τις κύριες κατηγορίες δομών στις οποίες μπορεί να ταξινομηθεί ένα κρυσταλλικό στερεό
ε) «τετραγωνικό μυαλό» — λογικός και θετικός άνθρωπος.
επίρρ...
τετραγωνικώς / τετραγωνικῶς, ΝΜΑ, και τετραγωνικά Ν
με τετραγωνικό τρόπο.