ἀμυγδάλινος: Difference between revisions

From LSJ

Ἐάν γάρ ἀποδιδῷ τις τί ἐστιν αὐτῶν ἑκατέρῳ τό ζῴῳ εἶναι, ἴδιον ἑκατέρου λόγον ἀποδώσει (Aristotle, Categoriae 1a) → For if anyone gives an explanation of what it is for each of them to be an animal, he will give the same explanation of each

Source
(3)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀμυγδάλινος]], -η, -ον) [[ἀμυγδάλη]]<br />αυτός που περιέχει [[αμύγδαλο]] ή προέρχεται από αυτό.
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀμυγδάλινος]], -η, -ον) [[ἀμυγδάλη]]<br />αυτός που περιέχει [[αμύγδαλο]] ή προέρχεται από αυτό.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀμυγδάλινος:''' -η, -ον, [[αμυγδαλωτός]], σε Ξεν.
}}
}}

Revision as of 17:52, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμυγδᾰλινος Medium diacritics: ἀμυγδάλινος Low diacritics: αμυγδάλινος Capitals: ΑΜΥΓΔΑΛΙΝΟΣ
Transliteration A: amygdálinos Transliteration B: amygdalinos Transliteration C: amygdalinos Beta Code: a)mugda/linos

English (LSJ)

η, ον,

   A of almonds, χρῖμα X.An.4.4.13; ἔλαιον Thphr.Od.14.

German (Pape)

[Seite 130] , von Mandeln ἔλαιον Xen. An. 4, 4, 13; Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμυγδάλινος: -η, -ον, ὁ ἐξ ἀμυγδάλων, χρῖσμα Ξεν. Ἀν. 4. 4, 13.

French (Bailly abrégé)

η, ον :
d’amande.
Étymologie: ἀμυγδάλη.

Spanish (DGE)

-η, -ον
1 de almendro ῥάβδος Sm.Ge.30.37
injertado de almendro (ciruelas) Plin.HN 15.42.
2 de almendras χρῖμα X.An.4.4.13, ἔλαιον Thphr.Od.4.14, Dsc.1.33, Plin.HN 23.85, cf. PLond.928.14 (III a.C.), Antyll. en Orib.10.13.21.
3 de forma de almendra, PGiss.30.5 (II a.C.).

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀμυγδάλινος, -η, -ον) ἀμυγδάλη
αυτός που περιέχει αμύγδαλο ή προέρχεται από αυτό.

Greek Monotonic

ἀμυγδάλινος: -η, -ον, αμυγδαλωτός, σε Ξεν.