παραδράω: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
(Autenrieth)
(5)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=3 pl. [[παραδρώωσι]]: [[perform]] in the [[service]] of; τινί, Od. 15.324†.
|auten=3 pl. [[παραδρώωσι]]: [[perform]] in the [[service]] of; τινί, Od. 15.324†.
}}
{{lsm
|lsmtext='''παραδράω:''' Επικ. γʹ πληθ. [[παραδρώωσι]], [[απλώνω]] το [[χέρι]], [[υπηρετώ]] κάποιον, με δοτ., σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}

Revision as of 18:56, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραδράω Medium diacritics: παραδράω Low diacritics: παραδράω Capitals: ΠΑΡΑΔΡΑΩ
Transliteration A: paradráō Transliteration B: paradraō Transliteration C: paradrao Beta Code: paradra/w

English (LSJ)

   A to be at hand, serve, οἷά τε τοῖς ἀγαθοῖσι παραδρώωσι χέρηες (Ep. for -δρῶσι) Od.15.324.

German (Pape)

[Seite 477] Jemandem dienen, τινί τι, οἷάτε τοῖς ἀγαθοῖσι παραδρώωσι (gedehnt aus παραδρῶσι) χέρηες, Od. 15, 324.

Greek (Liddell-Scott)

παραδράω: ὑπηρετῶν (τινι), οἷά τε τοῖς ἀγαθοῖσι παραδρώωσι χέρηες (Ἐπικ. ἀντὶ -δρῶσι) Ὀδ. Ο. 324· πρβλ. ὑποδράω, παραδιακονέω.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
3ᵉ pl. sbj. épq. παραδρώωσι;
être serviteur, servir.
Étymologie: παρά, δράω.

English (Autenrieth)

3 pl. παραδρώωσι: perform in the service of; τινί, Od. 15.324†.

Greek Monotonic

παραδράω: Επικ. γʹ πληθ. παραδρώωσι, απλώνω το χέρι, υπηρετώ κάποιον, με δοτ., σε Ομήρ. Οδ.