σχολαιότης: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἥ γε ἀνία τὸ ἐμποδίζον τοῦ ἰέναιsorrow is that which hinders motion

Source
(40)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ητος, ἡ, Α [[σχολαῑος]]<br />[[βραδύτητα]], [[νωθρότητα]].
|mltxt=-ητος, ἡ, Α [[σχολαῑος]]<br />[[βραδύτητα]], [[νωθρότητα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σχολαιότης:''' -ητος, ἡ, [[χρονοτριβή]], [[βραδύτητα]], [[αργοπορία]], [[οκνηρία]], [[ραθυμία]], [[φυγοπονία]], [[τεμπελιά]], σε Θουκ.
}}
}}

Revision as of 19:24, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σχολαιότης Medium diacritics: σχολαιότης Low diacritics: σχολαιότης Capitals: ΣΧΟΛΑΙΟΤΗΣ
Transliteration A: scholaiótēs Transliteration B: scholaiotēs Transliteration C: scholaiotis Beta Code: sxolaio/ths

English (LSJ)

ητος, ἡ,

   A leisureliness, laziness, Th.2.18, Chor.15.7 F.-R.

German (Pape)

[Seite 1058] ἡ, Langsamkeit, Trägheit, Thuc. 2, 18.

Greek (Liddell-Scott)

σχολαιότης: -ητος, ἡ, μέλλησις, βραδύτης, ἀργοπορία, ἡ κατὰ τὴν ἄλλην πορείαν σχολαιότης Θουκ. 2. 18.

French (Bailly abrégé)

ητος (ἡ) :
lenteur.
Étymologie: σχολαῖος.

Greek Monolingual

-ητος, ἡ, Α σχολαῑος
βραδύτητα, νωθρότητα.

Greek Monotonic

σχολαιότης: -ητος, ἡ, χρονοτριβή, βραδύτητα, αργοπορία, οκνηρία, ραθυμία, φυγοπονία, τεμπελιά, σε Θουκ.