πολυαρχία: Difference between revisions

From LSJ

Ὀίκοι μένειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα → The person who is well satisfied should stay at home.

Aeschylus, fr. 317
(33)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ [[πολύαρχος]]<br />[[καθεστώς]] στο οποίο η [[εξουσία]] ασκείται από [[πολλά]] πρόσωπα<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εξουσία]] που χαρακτηρίζεται από [[έλλειψη]] ενότητας<br /><b>2.</b> <b>(φιλοσ.)</b> φιλοσοφική [[θεωρία]] σύμφωνα με την οποία ο [[κόσμος]] αποτελείται από [[πολλά]] αυτοτελή στοιχεία, [[πλουραλισμός]].
|mltxt=η, ΝΜΑ [[πολύαρχος]]<br />[[καθεστώς]] στο οποίο η [[εξουσία]] ασκείται από [[πολλά]] πρόσωπα<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εξουσία]] που χαρακτηρίζεται από [[έλλειψη]] ενότητας<br /><b>2.</b> <b>(φιλοσ.)</b> φιλοσοφική [[θεωρία]] σύμφωνα με την οποία ο [[κόσμος]] αποτελείται από [[πολλά]] αυτοτελή στοιχεία, [[πλουραλισμός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολυαρχία:''' ἡ, [[διακυβέρνηση]] των πόλλων, σε Θουκ., Ξεν.
}}
}}

Revision as of 19:52, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολῠαρχία Medium diacritics: πολυαρχία Low diacritics: πολυαρχία Capitals: ΠΟΛΥΑΡΧΙΑ
Transliteration A: polyarchía Transliteration B: polyarchia Transliteration C: polyarchia Beta Code: poluarxi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A command or government shared by many, τὸ πλῆθος τῶν στρατηγῶν καὶ ἡ π. Th.6.72, cf. X.An.6.1.18, J.AJ4.8.41, Plu. Cam.18, etc.

German (Pape)

[Seite 659] ἡ, Vielherrschaft; Thuc. 6, 72; Xen. An. 5, 9, 18.

Greek (Liddell-Scott)

πολυαρχία: ἡ, ἀρχή, κυβέρνησις καθ᾿ ἣν πολλοὶ ἄρχουσι, Θουκ. 6. 72, Ξεν. Ἀν. 6. 1, 18, Πλούτ. κλπ.· ― πολυαρχέομαι, ἄρχομαι, κυβερνῶμαι ὑπὸ πολλῶν, Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 10Β.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
gouvernement de plusieurs ou de beaucoup (p. opp. à ὀλιγαρχία), polyarchie.
Étymologie: πολύς, ἄρχω.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ πολύαρχος
καθεστώς στο οποίο η εξουσία ασκείται από πολλά πρόσωπα
νεοελλ.
1. εξουσία που χαρακτηρίζεται από έλλειψη ενότητας
2. (φιλοσ.) φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία ο κόσμος αποτελείται από πολλά αυτοτελή στοιχεία, πλουραλισμός.

Greek Monotonic

πολυαρχία: ἡ, διακυβέρνηση των πόλλων, σε Θουκ., Ξεν.