τετράς: Difference between revisions
Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει → Reverens parentum sis, amicis beneficus → Die Eltern ehre, deinen Freunden tue wohl
(41) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />-[[άδος]], ἡ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[τετράδα]].———————— <b>(II)</b><br />-άντος, ο / τετρᾱς, -ᾱντος, ΝΜΑ<br />χάλκινο [[νόμισμα]] τών αρχαίων Ρωμαίων που είχε [[αξία]] ίση με ένα [[τέταρτο]] του ασσαρίου<br /><b>νεοελλ.</b><br />γεωμετρικό όργανο ευρύτατης [[άλλοτε]] χρήσης για [[μέτρηση]] υψών και αποστάσεων ή γωνιών σκοπεύσεως<br /><b>αρχ.</b><br />το [[τέταρτο]] κύκλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ᾶς</i>, -<i>ᾶντος</i> (πιθ. <span style="color: red;"><</span> -<i>ᾱεις</i>, -<i>ᾱεντος</i>, <b>βλ. λ.</b> -<i>όεις</i>), <b>πρβλ.</b> <i>ἑξ</i>-<i>ᾶς</i>. Ο τ. με σημ. «ρωμαϊκό [[νόμισμα]]» [[είναι]] [[απόδοση]] του λατ. <i>quadrans</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>quattuor</i> «[[τέσσερα]]»)].———————— <b>(III)</b><br />ο, Ν<br /><b>ζωολ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] πολλών μικρόσωμων και ανθεκτικών ψαριών ενυδρείου της οικογένειας characidae. | |mltxt=<b>(I)</b><br />-[[άδος]], ἡ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[τετράδα]].———————— <b>(II)</b><br />-άντος, ο / τετρᾱς, -ᾱντος, ΝΜΑ<br />χάλκινο [[νόμισμα]] τών αρχαίων Ρωμαίων που είχε [[αξία]] ίση με ένα [[τέταρτο]] του ασσαρίου<br /><b>νεοελλ.</b><br />γεωμετρικό όργανο ευρύτατης [[άλλοτε]] χρήσης για [[μέτρηση]] υψών και αποστάσεων ή γωνιών σκοπεύσεως<br /><b>αρχ.</b><br />το [[τέταρτο]] κύκλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ᾶς</i>, -<i>ᾶντος</i> (πιθ. <span style="color: red;"><</span> -<i>ᾱεις</i>, -<i>ᾱεντος</i>, <b>βλ. λ.</b> -<i>όεις</i>), <b>πρβλ.</b> <i>ἑξ</i>-<i>ᾶς</i>. Ο τ. με σημ. «ρωμαϊκό [[νόμισμα]]» [[είναι]] [[απόδοση]] του λατ. <i>quadrans</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>quattuor</i> «[[τέσσερα]]»)].———————— <b>(III)</b><br />ο, Ν<br /><b>ζωολ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] πολλών μικρόσωμων και ανθεκτικών ψαριών ενυδρείου της οικογένειας characidae. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''τετράς:''' -[[άδος]], ἡ, η τέταρτη [[μέρα]] του [[μήνα]], σε Ησίοδ., Αριστοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:08, 30 December 2018
English (LSJ)
άδος, ἡ,
A the number four, Arist.Metaph.1081b16, 1090b23, Ph.1.22, Plu.Lyc.5, etc. 2 the fourth dav of the month, h.Merc. 19, Hes.Op.794,798, Ar.Nu.1131, Th.5.54, IG12.304.50,62, etc.; so Boeot. πετράς (q.v.); τετράδι γέγονας, prov. of one born to a life of labour (cf. τετραδισταί 11), Pl.Com.100, cf. Aristonym.4, Sannyr. 5. b the fourth day of the week, Wednesday, Cod.Just.9.4.6.1. 3 a space of four days, Hp.Prog.20. 4 the four quarters of the moon, Thphr.Sign.5,27,38. II = τετραρχία 1, Hellanic.52 J. III κατὰ τετράδα διατετάχθαι in four divisions, Ascl.Tact.3.1.
German (Pape)
[Seite 1099] άδος, ἡ, die Zahl 4, Plut. Symp. 9, 2 u. a. Sp. – Bes. der vierte Tag, Hes. O. 796. 800. 811. 821; φθίνοντος, Thuc. 5, 54; er war in jedem Monate dem Hermes geweiht, Schol. Ar. Plut. 1126. – Auch eine Zeit von vier Tagen. – Ein Quartblatt, quaternio.
French (Bailly abrégé)
άδος (ἡ) :
le quatrième jour du mois.
Étymologie: τέτταρες.
Greek Monolingual
(I)
-άδος, ἡ, ΜΑ
βλ. τετράδα.———————— (II)
-άντος, ο / τετρᾱς, -ᾱντος, ΝΜΑ
χάλκινο νόμισμα τών αρχαίων Ρωμαίων που είχε αξία ίση με ένα τέταρτο του ασσαρίου
νεοελλ.
γεωμετρικό όργανο ευρύτατης άλλοτε χρήσης για μέτρηση υψών και αποστάσεων ή γωνιών σκοπεύσεως
αρχ.
το τέταρτο κύκλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + κατάλ. -ᾶς, -ᾶντος (πιθ. < -ᾱεις, -ᾱεντος, βλ. λ. -όεις), πρβλ. ἑξ-ᾶς. Ο τ. με σημ. «ρωμαϊκό νόμισμα» είναι απόδοση του λατ. quadrans (< quattuor «τέσσερα»)].———————— (III)
ο, Ν
ζωολ. κοινή ονομασία πολλών μικρόσωμων και ανθεκτικών ψαριών ενυδρείου της οικογένειας characidae.
Greek Monotonic
τετράς: -άδος, ἡ, η τέταρτη μέρα του μήνα, σε Ησίοδ., Αριστοφ.